Το τέλος της πρώτης εβδομάδας του Νοεμβρίου σηματοδότησε πτώση των τιμών του ελαιολάδου στην χώρα μας.
Αυτό αν και είναι φάνερο πως από την αγορά λείπουν ποσότητες και η έλλειψη αυτή θα συνεχιστεί και την επόμενη ελαιοκομική περίοδο. Και επειδή δεν έχουμε ελαιόλαδα ίσως κάποιοι σχεδιάζουν να κάνουν εισαγωγές ελαιολάδου από Τουρκία, με φετινή παραγωγή γύρω στους 400.000 τόνους (έχει συμβεί και σε άλλα προϊόντα και κάνουμε παράλληλα και μια ελληνοποίηση να μην το λέμε τουρκικό).
Η προσπάθεια της εγχώριας αγοράς είναι να πέσει η τιμή παραγωγού στο ελαιόλαδο στα 5 ευρώ το κιλό και ήδη έχουν αρχίσει να μιλάνε για αυτή την τιμή οι γνωστοί «αναλυτές» του κλάδου.
Το εξαγωγικό εμπόριο στην χώρα μας έχει εδώ και χρόνια σχεδιαστεί για να στηρίζει τα συμφέροντα των Ιταλών αγοραστών και όχι των Ελλήνων παραγωγών.
Η πτώση τιμών παραγωγού γίνεται με τη δικαιολογία της μείωσης των τιμών στην λιανική αγορά. Βέβαια με αυτή την πολιτική τιμών που ακολουθούν στην χώρα μας υποβιβάζουν το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο στην κατηγορία του λαδιού.
Σύμφωνα με όσα υποστηρίζει η κυβέρνηση, η αύξηση του πληθωρισμού στα τρόφιμα προέρχεται κυρίως από την υψηλή τιμή που έχει στο ράφι το ελαιόλαδο. Οπότε αν πέσουν οι τιμές του ελαιολάδου θα έχουμε και πτώση του πληθωρισμού και θα ανασάνει ο καταναλωτής, λέει το κυβερνητικό αφήγημα.
Παρατηρητήριο Τιμών κάνει η ΕΕ
Το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Αγοράς Ελαιολάδου και Επιτραπέζιων Ελιών ξεκίνησε, στις 11/11/2024, στις Βρυξέλλες, σηματοδοτώντας ένα ορόσημο στις προσπάθειες της Επιτροπής για την προώθηση της διαφάνειας της αγοράς και της συνεργασίας στον τομέα της ελιάς.
Στόχος του παρατηρητηρίου είναι να παράσχει στους τομείς του ελαιολάδου και των επιτραπέζιων ελιών μεγαλύτερη διαφάνεια μέσω της έγκαιρης διάδοσης των στοιχείων της αγοράς και της βραχυπρόθεσμης ανάλυσης.
Όπως αναφέρει η Κομισιόν, το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Αγοράς Ελαιολάδου και Επιτραπέζιων Ελιών θα χρησιμεύσει ως πλατφόρμα συζήτησης και συνεργασίας μεταξύ εμπειρογνωμόνων που εκπροσωπούν ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού, από τους παραγωγούς έως τους εξαγωγείς.
Το νέο αυτό παρατηρητήριο θα διαμορφωθεί σύμφωνα με τα ήδη υφιστάμενα παρατηρητήρια της αγοράς για διάφορους γεωργικούς τομείς, ιδίως το γάλα, τις καλλιέργειες και τα οπωροκηπευτικά. Με τη συλλογή και την αξιολόγηση των δεδομένων της αγοράς και των στατιστικών στοιχείων, το παρατηρητήριο θα συντάσσει εκθέσεις και θα παρέχει πληροφορίες για την αγορά προσβάσιμες σε όλους.
Δεδομένου ότι η παραγωγή ελαιολάδου της ΕΕ διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στην παγκόσμια αγορά, η έναρξη λειτουργίας του παρατηρητηρίου σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα προς μια πιο ενημερωμένη και προορατική προσέγγιση για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του τομέα.
Η πρωτοβουλία αυτή αποτελεί μέρος των ευρύτερων προσπαθειών της Επιτροπής για την προώθηση της διαφάνειας της αγοράς και της συνεργασίας στον γεωργικό τομέα, συμβάλλοντας τελικά σε έναν πιο ισχυρό και ανθεκτικό ελαιοκομικό τομέα.
Το ερώτημα είναι τι στοιχεία θα έχει το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για την χώρα μας, όταν δεν ξέρουμε ούτε την ποσότητα που παράγουμε ούτε τον ρυθμό πωλήσεων σε μηνιαία βάση που κάνουμε αλλά ούτε τα αποθέματα που έχουμε. Αντίστοιχα Παρατηρητήρια Τιμών έχει δημιουργήσει η ΕΕ και για άλλα προϊόντα, που όμως δεν δίνουν καμιά ουσιαστική ενημέρωση.
Πατήστε εδώ για το Παρατηρητήριο Τιμών
Για άλλη μια φορά, η Πολιτεία επιβάλλει μέτρα χωρίς καμία ουσιαστική διαβούλευση με τους παραγωγούς, τους συνεταιρισμούς και τα ελαιοτριβεία.
Αποφάσεις που σχεδιάζονται πίσω από γραφεία, μακριά από τις πραγματικές ανάγκες της παραγωγής. Η υποχρέωση για ψηφιακά Δελτία Αποστολής του ελαιόκαρπου από το χωράφι στο ελαιοτριβείο και η συνολική μετάβαση στην ψηφιακή τιμολόγηση είναι μέτρα που δεν λαμβάνουν υπόψη τις δυσκολίες του πρωτογενούς τομέα.
Αναρωτιέμαι:
Πόσοι παραγωγοί, ειδικά σε ορεινές και απομακρυσμένες περιοχές, μπορούν να ανταποκριθούν χωρίς τεχνολογική υποδομή και εκπαίδευση;
Είναι λογικό να απαιτείται ψηφιακή διακίνηση για έναν καρπό που μεταφέρεται αυθημερόν στο ελαιοτριβείο, πολλές φορές σε διαδοχικές ημέρες;
Ποιος θα καλύψει το κόστος για τον εξοπλισμό και την προσαρμογή στις νέες απαιτήσεις;
Και όλα αυτά στην χώρα του πιο αργού & ακριβού internet όπου όπως αποδεικνύεται και στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης «Digital Decade 2024: Broadband Coverage in Europe 2023»: υστερεί τραγικά σε ψηφιακές υποδομές με έντονο το χάσμα μεταξύ μεταξύ αστικών κέντρων και αγροτικών περιοχών:
Ενδεικτικά:
- FTTP (Οπτικές Ίνες): Η κάλυψη παραμένει περιορισμένη (38.4% συνολικά, 0% στις αγροτικές περιοχές), με την Ελλάδα να υπολείπεται σημαντικά του μέσου όρου της ΕΕ (64% συνολικά, 52.8% στις αγροτικές περιοχές).
- 5G: Συνολική κάλυψη (98.1%), με 92.1% στις αγροτικές περιοχές. Ωστόσο, η χρήση της κρίσιμης συχνότητας 3.4–3.8 GHz, απαραίτητης για πολύ υψηλές ταχύτητες, είναι περιορισμένη (58.8% συνολικά, μόλις 6.2% στις αγροτικές περιοχές)
- DOCSIS (Καλώδιο): Η Ελλάδα δεν διαθέτει υποδομές DOCSIS, σε αντίθεση με την ΕΕ που αξιοποιεί την τεχνολογία (41.1% DOCSIS 3.0, 33.6% DOCSIS 3.1).
- FWA (Fixed Wireless Access): Ανύπαρκτη κάλυψη (0%), ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ ανέρχεται στο 68.5%, κάνοντάς την απαραίτητη για περιοχές με δύσβατο έδαφος.
Η πραγματικότητα είναι σκληρή:
Η Πολιτεία μεταφέρει το βάρος στους παραγωγούς και τους συνεταιρισμούς, αυξάνοντας το κόστος παραγωγής, αντί να στηρίξει τον αγροτικό κόσμο με ρεαλιστικά μέτρα.
Όλα αυτά συμβαίνουν σε ένα περιβάλλον χωρίς Εθνική Ελαιοκομική Πολιτική, που θα κατοχύρωνε τον κατά κύριο επάγγελμα αγρότη και θα διασφάλιζε τον μικρό καλλιεργητή, αφήνοντας το ελληνικό ελαιόλαδο έρμαιο των κερδοσκόπων και τον παραγωγό απροστάτευτο στις πιέσεις της αγοράς.
Όχι άλλα πειράματα στις πλάτες των παραγωγών.
Απαιτείται:
Μετάθεση σε μεταγενέστερο χρόνο της υποχρέωσης για ψηφιακά Δελτία Αποστολής και Τιμολόγια μέχρι να υπάρξει η κατάλληλη υποδομή και εκπαίδευση.
Ουσιαστική διαβούλευση με τους συνεταιρισμούς και τους παραγωγούς πριν την εφαρμογή οποιουδήποτε μέτρου.
Οικονομική στήριξη των παραγωγών για την κάλυψη των επιπλέον εξόδων που φέρνει η ψηφιακή τιμολόγηση.
Εθνική Ελαιοκομική Πολιτική που θα προστατεύει και θα αναδεικνύει το ελληνικό ελαιόλαδο.
Ακόμη και η συζήτηση περί «τενεκέ» θα είχε λυθεί αν υπήρχε ολοκληρωμένη στρατηγική.
Δεν μπορεί ο παραγωγός να μένει έρμαιο φημών και κυβερνητικών τακτικισμών.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός πρέπει να είναι εργαλείο δίκαιης ανάπτυξης και όχι βάρος.
Η φωνή του αγροτικού κόσμου πρέπει να ακουστεί και να εισακουστεί.
Γιάννης Πάζιος
υπ. Ευρωβουλευτής 2024
Τομεάρχης Ψηφιακής Πολιτικής
Μέλος Κεντρική Πολιτικής Επιτροπής
ΠΑΣΟΚ - Κίνημα Αλλαγής
Εμπορική συμφωνία μετά από δημοπρασία έκλεισε ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Eλαιοπαραγωγών Παλαιοπαναγιάς στην Λακωνία.
Όπως αναφέρει στον ΑγροΤύπο ο διαχειριστής του Συνεταιρισμού, Γιώργος Κοκολάκης, «η δημοπρασία αφορούσε περίπου ένα βυτίο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, 0,2 οξύτητας. Είχαμε δύο προσφορές πάνω από τα 5 ευρώ το κιλό. Τελικά ήρθαμε σε συμφωνία με Έλληνα έμπορο με τιμή στα 5,61 ευρώ το κιλό.
Στην περιοχή μας με καλούς ρυθμούς προχωρά η συγκομιδή ελαιοκάρπου. Έχουμε ξεπεράσει το 50% της φετινής παραγωγής (περίπου 350 τόνοι).
Πάντως, όπως υποστηρίζουν οι ελαιοπαραγωγοί, το κόστος είναι πολύ αυξημένο και κανείς δεν περίμενε τόσο μεγάλη πτώση της τιμής σε σχέση με την εικόνα που είχαμε στις αρχές της φετινής ελαιοκομικής περιόδου».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αναγνωρίζοντας την επιτακτική ανάγκη εξυγίανσης του κλάδου του ελαιολάδου, έχει, από το Νοέμβριο 2003, θεσπίσει την πλήρη απαγόρευση της διακίνησης συσκευασιών άνω των 5 λίτρων, ανώνυμων, μη τυποποιημένων, σε όλο το φάσμα της εσωτερικής κατανάλωσης στην λιανική πώληση, τονίζει σε ανακοίνωσή του ο ΣΕΒΙΤΕΛ (Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποιήσεως Ελαιολάδου).
Και προσθέτει: «Ο ΣΕΒΙΤΕΛ ως ο θεσμικός φορέας των εταιρειών τυποποιήσεως ελαιολάδου τάσσεται ανοικτά κατά της εμπορίας του χύμα ελαιολάδου και έχει προβεί σε όλες τι απαραίτητες ενέργειες προς τα αρμόδια Υπουργεία για την πλήρη εφαρμογή του του μέτρου.
Η απαγόρευση αυτή ισχύει σε όλες τις χώρες της ΕΕ ως εγγύηση ποιότητας και προστασίας από φαινόμενα νοθείας και φοροδιαφυγής που παρέχει το επώνυμο – τυποποιημένο ελαιόλαδο. Το τυποποιημένο ελαιόλαδο εξασφαλίζει την καλύτερη δυνατή ποιότητα και την προστασία του καταναλωτή τόσο σε θέματα υγείας, όσο και σε θέματα νοθείας και απάτης.
Οι βιομηχανίες ελαιολάδου εφαρμόζουν αυστηρούς ελέγχους στο προϊόν σε όλα τα στάδια παραγωγής και διακίνησης σύμφωνα με τα πρότυπα ποιότητας και υγιεινής και εναρμονίζονται με την αυστηρή ευρωπαϊκή νομοθεσία και την προστασία του περιβάλλοντος.
Είναι αυτονόητο το δικαίωμα της αυτοκατανάλωσης σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Πέραν αυτού, ο ΣΕΒΙΤΕΛ ευελπιστεί ότι επιτέλους θα εφαρμοστεί η νομοθεσία που απαγορεύει την εμπορία χύμα ελαιολάδου σε προτυπωμένους τενεκέδες 17 λίτρων. Η εφαρμογή της υποχρέωσης έκδοσης δελτίου αποστολής θα συμβάλλει προς αυτή την κατεύθυνση, χωρίς παράλληλα να επηρεάζει την αυτοκατανάλωση».
Έντονες συζητήσεις έχουν ξεσπάσει τις τελευταίες μέρες στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, σχετικά με επιβολή προστίμων στη διακίνηση ελαιολάδου με τενεκέ.
Τελικά μετά από «πιέσεις» των ελαιοπαραγωγών η κυβέρνηση αναγκάστηκε να δώσει διευκρινίσεις για το θέμα της διακίνησης του ελαιολάδου.
«Η μεταφορά μικρών ποσοτήτων συμβαίνει άτυπα στην ελληνική πραγματικότητα. Για όσους θέλουν να είναι απολύτως νομότυποι, μπορούν να χρησιμοποιούν μικρότερες συσκευασίες των 5 λίτρων», λέει ο Χρίστος Δήμας, υφυπουργός Οικονομίας και Οικονομικών και ξεκαθάρισε ότι «δεν έχουμε σχεδιάσει κάποια αλλαγή στη μεταφορά ελαιολάδου με τενεκέδες. Όσα ακούγονται τις τελευταίες μέρες δεν ισχύουν. Το θεσμικό πλαίσιο που ρυθμίζει τη μεταφορά του ελαιολάδου ισχύει από το 2017». Και πρόσθεσε: «η μεταφορά μικρών ποσοτήτων ελαιολάδου μεταξύ φίλων και συγγενών συνεχίζεται άτυπα, χωρίς να τίθεται ζήτημα παραβάσεων. Αυτό το θέμα πήρε μεγαλύτερη διάσταση απ’ ό,τι έπρεπε. Θέλω να καθησυχάσω τους πολίτες: δεν προχωράμε σε αλλαγές».
Παράλληλα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, δήλωσε ότι ο έλεγχος παραστατικών διακίνησης ελαιολάδου αφορά αποκλειστικά τους εμπόρους και όχι τους παραγωγούς που αυτοκαταναλώνουν ελαιόλαδο ή δωρίζουν ελαιόλαδο σε συγγενείς και φίλους για ίδια κατανάλωση.
Όμως είναι τελικά το πρόβλημα ο τενεκές;
Ο Μύρων Χιλετζάκης, ελαιοπαραγωγός, Αντιπρόεδρος ΕΑΣ Ηρακλείου και πρόεδρος Μικρών Συνεταιρισμών της ΕΘΕΑΣ, ανακοίνωσε στον ΑγροΤύπο ότι «το ερώτημα είναι εφαρμόζονται οι νόμοι στη χώρα μας; Γιατί το 2017 είχαμε ένα νόμο πάλι στο ελαιόλαδο που λέει στην εστίαση θα πρέπει να υπάρχουν ατομικές φιάλες ελαιόλαδου, συσκευασμένες με πώμα μιας χρήσης. Εφαρμόστηκε αυτός ο νόμος; Όχι δεν εφαρμόστηκε.
Ο ίδιος νόμος έλεγε ότι απαγορεύεται η εστίαση να αγοράσει από παραγωγό σε 17λιτρο τενεκέ. Θα πρέπει ο παραγωγός να πάρει άδεια τυποποιητή, δηλαδή να κάνει μια ατομική επιχείρηση. Αυτό ισχύει και σήμερα.
Αυτό που θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε στους ελαιοπαραγωγούς είναι ότι από την 1η Οκτωβρίου 2025 θα πρέπει να βγάζουν ηλεκτρονικά παραστατικά διακίνησης ελαιοκάρπου. Με αυτό θα γίνεται ιχνηλασιμότητα του προϊόντος που γίνεται ελαιόλαδο και διασταύρωση με τα παραστατικά που βγάζει το ελαιοτριβείο είτε προς φύλαξη είτε προς σπίτι. Θυμίζουμε ότι το ελαιόλαδο που γράφει ότι είναι για το σπίτι ο παραγωγός δεν μπορεί να το πουλήσει. Αυτή η διαδικασία θα γίνεται από το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών. Έρχεται το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και με βάση αυτά τα στοιχεία θα κάνει διασταυρώσεις με το ελαιοκομικό μητρώο που έχει. Όλα αυτά είναι προς την σωστή κατεύθυνση για την αντιμετώπιση των ελληνοποιήσεων.
Το πρόβλημα είναι διαδικαστικό γιατί από 1η Οκτωβρίου θα πρέπει οι ελαιοπαραγωγοί (με μέση ηλικία 63 ετών) να βγάζουν ηλεκτρονικό δελτίο αποστολής ελαιοκάρπου στο χωράφι για να φύγει να πάει στο ελαιοτριβείο. Όταν βγάζαμε έντυπα παραστατικά αναγράφαμε «δελτίο αποστολής προς ζύγιση» γιατί ο παραγωγός δεν κάνει ζύγισμα στο χωράφι. Δεν γνωρίζουμε αν η πλατφόρμα θα δεχτεί «δελτίο αποστολής προς ζύγιση».
Εκτιμώ ότι ο παραγωγός δεν μπορεί να υποστηρίζει αυτή τη διαδικασία στο χωράφι και θα υπάρξουν προβλήματα στην εφαρμογή της. Αυτό θα πρέπει να το προβλέψουν από τώρα στην κυβέρνηση».
Γεμίζουν οι δεξαμενές με ελαιόλαδο στην Ισπανία, με την παραγωγή να φτάνει στους 590.936 τόνους κατά τον μήνα Δεκέμβριο.
Η συνολική παραγωγή ισπανικού ελαιολάδου από την αρχή της φετινής εμπορικής περιόδου (1 Οκτωβρίου) υπολογίζεται σε 883.589 τόνους, σύμφωνα με την Ισπανική Υπηρεσία Πληροφοριών και Ελέγχου Τροφίμων (AICA).
Μόνο στην επαρχία Jaén, έχουν παραχθεί 298.157 τόνοι από την έναρξη της φετινής εκστρατείας.
«Με παραγωγή σχεδόν στους 600.000 τόνους τον Δεκέμβριο, είναι πιθανό να ξεπεράσουμε την αρχική εκτίμηση που δόθηκε από το Υπουργείο Γεωργίας, γιατί είμαστε σχεδόν στους 900.000 τόνους και αυτό είναι ήδη αρκετά σημαντική παραγωγή», εξήγησε ο διευθυντής και εκπρόσωπος της ASAJA-Jaén, Luis Carlos Valero, ενώ υπενθύμισε ότι υπάρχουν ακόμη οι μήνες Ιανουάριος, Φεβρουάριος και Μάρτιος.
Οι πωλήσεις το Δεκέμβριο διατηρήθηκαν σε ικανοποιητικά επίπεδα, στους 87.249 τόνους.
Τα ισπανικά αποθέματα υπολογίζονται σε 823.729 τόνους, εκ των οποίων οι 683.854 τόνοι βρίσκονται στα ελαιοτριβεία, 135.560 τόνοι στα συσκευαστήρια και 4.314 τόνοι τα κοινοτικά αποθέματα (Olivarero Communal Heritage).
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του συστήματος Poolred, από τις 7 έως τις 13 Ιανουαρίου 2025, η τιμή παραγωγού στην Ισπανία για το έξτρα παρθένου ελαιολάδου ήταν στα 4,437 ευρώ/κιλό, στο παρθένο 3,889 ευρώ/κιλό και στο λαμπαντέ 3,739 ευρώ το κιλό.
Μετά τις μεγάλες αντιδράσεις, από τους ελαιοπαραγωγούς και τους καταναλωτές, η κυβέρνηση «ανέκρουσε πρύμναν» για το κυνήγι και επιβολή πρόστιμου σε όσους μεταφέρουν τενεκέδες λάδι. Σε δηλώσεις που έκανε, τη Δευτέρα (13/1/2025), ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, ανέφερε τα εξής:
«Δύο πράγματα τα οποία είναι ξεκάθαρα, αλλά ο λαϊκισμός, ο οποίος μάλιστα ανθεί περισσότερο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κάνει ότι δεν τα βλέπει.
Το ένα είναι ότι δεν πρόκειται να πάρει την οποιαδήποτε νομοθετική πρωτοβουλία η κυβέρνηση, δηλαδή θα συνεχίσει να ισχύει το νομικό καθεστώς το οποίο ίσχυε πολλά χρόνια πριν την εκλογή της κυβέρνησης αυτής, πριν δηλαδή το 2019 και το δεύτερο είναι ότι όλοι αυτή η συζήτηση δεν αφορά τους παραγωγούς οι οποίοι αυτοκαταναλώνουν το λάδι, δηλαδή καταναλώνουν οι ίδιοι το λάδι τους ή το δωρίζουν σε συγγενικά ή φιλικά τους πρόσωπα.
Άρα, αυτό που λέμε ότι ο τενεκές λάδι που πηγαίνει από τη γιαγιά στα εγγόνια ή στα παιδιά ή από τον έναν αδερφό στον άλλον αδερφό ή από τον φίλο σε έναν άλλον φίλο, δεν έχει να κάνει με αυτή τη συζήτηση. Είναι δεδομένο, γιατί μιλάμε για μία δωρεά. Είναι κάτι νομίζω που όσοι προσπάθησαν να μπούνε στο κάδρο της δημοσιότητας των τελευταίων ημερών, με αφορμή αυτήν τη συζήτηση, ξέρανε, νομίζω, ότι απλά, συνειδητά, εξαπατούν τους πολίτες.
Πιστεύω, όμως, ότι αυτή η σκόπιμη εξαπάτηση, αυτό το ψέμα έχει και πιο κοντά ποδάρια, γιατί ξεχνάνε κάτι οι λαϊκιστές των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ότι οι προηγούμενες εκδοχές εκείνων κυβέρνησαν τον τόπο. Το 2025 δεν είναι 2012, ούτε 2015, γιατί μεσολάβησε το 2015 - 2019, όπου οι λαϊκιστές της Αριστεράς συγκυβέρνησαν με τους λαϊκιστές της άκρας Δεξιάς και η χώρα μας έγινε μία χώρα στο χειρότερο σημείο, η χώρα «μαύρο πρόβατο» της Ευρώπης. Δεν λύθηκε κανένα πρόβλημα, τίποτα απ’ όσα έλεγαν στα τότε δημοφιλή κοινωνικά δίκτυα δεν έγινε πραγματικότητα και ευτυχώς που δεν πάθαμε και πολλά χειρότερα θα πω εγώ.
Είναι, λοιπόν, δεδομένο ότι δεν υπάρχει κάποιος στόχος της Κυβέρνησης ή σκοπός ή εξαγγελία πουθενά καταγεγραμμένη ν’ αλλάξει αυτό το οποίο ισχύει, αλλά είναι προφανές ότι σε επίπεδο εμπορίας λαδιού και όχι δωρεάν διάθεσής του, θέλουν οι ελεγκτικές αρχές να εφαρμόσουν το νόμο, να κάνουν ελέγχους, να προστατεύσουν τους παραγωγούς ελαιολάδου, να προστατεύσουν τους καταναλωτές, γιατί υπάρχει κι ένα ζήτημα όπως αντιλαμβάνεσθε της ποιότητας του προϊόντος, υπάρχουν, λοιπόν, κάποιες διατάξεις οι οποίες ισχύουν και μάλιστα ρητώς αναφέρεται ότι δεν έχει να κάνει αυτό με την αυτοκατανάλωση, τις οποίες μπορώ να σας τις διαβάσω:
«Επί όλων των παραστατικών εμπορίας και διακίνησης των προϊόντων αναγράφονται, πέρα από τα απαραίτητα φορολογικά στοιχεία και ονομασία του είδους του ελαιολάδου, δηλαδή ποικιλία και κατηγορία, όπως ορίζεται από το νόμο» - επαναλαμβάνω ο νόμος πολλά χρόνια πριν το 2019 - «επιτρέπεται η πώληση χύμα ελαιολάδου από παραγωγούς σε τυποποιητές με βυτία ή κατάλληλους περιέκτες, αντίθετα δεν επιτρέπεται η πώληση χύμα ελαιολάδου στους καταναλωτές και επιχειρήσεις εστίασης. Το ελαιόλαδο διατίθεται στους καταναλωτές σε τυποποιημένες συσκευές έως πέντε λίτρων, μπορεί να διατίθεται σε επιχειρήσεις εστίασης και σε μεγαλύτερες συσκευασίες από δέκα έως 50 λίτρα. Το ελαιόλαδο διατίθεται από τα καταστήματα εστίασης στους καταναλωτές σε δοχεία χωρητικότητας έως 500 ml, μη επαναγεμιζόμενα και ως 100 ml για ατομική χρήση. Δεν επιτρέπεται η διάθεση χύμα ελαιολάδου για επιτραπέζια χρήση. Το ύψος των προστίμων είναι από 500 έως 2.000 ευρώ».
Επαναλαμβάνω, λοιπόν, ότι ο έλεγχος παραστατικών διακίνησης ελαιολάδου αφορά αποκλειστικά τους εμπόρους και όχι τους παραγωγούς, που αυτοκαταναλώνουν ελαιόλαδο ή δωρίζουν ελαιόλαδο σε συγγενείς και φίλους για ίδια κατανάλωση. «Άνθρακας ο θησαυρός» με λίγα λόγια».
Από αρχές 2024 το ΥπΑΑΤ (σύμφωνα με όσα έλεγε ο τότε υπουργός Λ. Αυγενάκης) μιλούσε για κάποιες διορθώσεις που έπρεπε να γίνουν για την καταχώριση του έξτρα παρθένου ελαιολάδου με την ονομασία «Κρήτη/Kriti» ως Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη (ΠΓΕ). Φτάσαμε αρχές 2025 και ακόμη δεν έχει προχωρήσει το θέμα.
Για το πρόβλημα υπήρξε νέα κοινοβουλευτική παρέμβαση - ερώτηση του Βουλευτή Ρεθύμνης και υπεύθυνου ΚΤΕ Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Μανόλη Χνάρη.
«Ολιγωρία της Κυβέρνησης για την καταχώριση του Εξαιρετικού Παρθένου Ελαιόλαδου «Κρήτη/Kriti» ως Προϊόντος Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ)», κάνει λόγο ο βουλευτής.
Ερώτηση στην Βουλή
Την αμέλεια και την έλλειψη συντονισμένων ενεργειών από την Κυβέρνηση και το αρμόδιο Υπουργείο αναφορικά με την καταχώριση του Εξαιρετικού Παρθένου «Κρήτη/Kriti» ως Προϊόντος Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ), επικρίνει έντονα με νέα κοινοβουλευτική παρέμβαση του – Ερώτηση, ο Βουλευτής Ρεθύμνης και υπεύθυνος ΚΤΕ Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Μανόλης Χνάρης.
Ο Βουλευτής εξαίροντας πρωτίστως την αδιαμφισβήτητη ποιοτική και θρεπτική αξία του κρητικού ελαιόλαδου και την τεράστια συμβολή του στην ανάπτυξη της τοπικής και εθνικής οικονομίας, αναφέρεται στην υποβολή σχετικού αιτήματος στην αρμόδια υπηρεσία του ΥπΑΑΤ για την καταχώριση του ως ΠΓΕ ήδη από το έτος 2018.
Επιπλέον, επισημαίνει ότι το εν λόγω αίτημα υποβλήθηκε κατόπιν πρωτοβουλίας της Περιφερείας Κρήτης σε συνεργασία με όλους τους φορείς ελαιόλαδου του νησιού οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τους ακόλουθους συνεταιρισμούς:
α) Αγροτικό Συνεταιρισμό Μυλοποτάμου,
β) Αγροτική Εταιρική Σύμπραξη Ένωση Ηρακλείου Α.Ε.,
γ) Κρητικό Αγρό Αγροτική Εταιρική Σύμπραξη Α.Ε. και
δ) Αγροτικό Συνεταιρισμό Χανίων.
Περαιτέρω, αναφέρθηκε στο σύνολο των νομικών και διαδικαστικών ενεργειών που ακολουθήθηκαν καθώς και στη θετική γνωμοδότηση του ΥπΑΑΤ που οδήγησε στη διαβίβαση του σχετικού φακέλου το έτος 2021 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την τελική διαδικασία ελέγχου του αιτήματος, η οποία όμως μέχρι και σήμερα δεν έχει ολοκληρωθεί.
Τέλος, επισημαίνει ότι όλα τα παραπάνω στοιχεία είχαν τεθεί λεπτομερώς υπόψη του τότε Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων με την κατάθεση της υπ’ αρ. 2501/9-1-2024 Ερώτησης, με το Υπουργείο όμως να αρκείται σε μία γενικόλογη και αόριστη απάντηση και να περιορίζεται στην επανάληψη γνωστών στοιχείων, χωρίς νέες διευκρινίσεις.
Με δεδομένο, λοιπόν, ότι αφενός το κρητικό ελαιόλαδο αποτελεί σήμα κατατεθέν του νησιού μας και αφετέρου ότι έχει παρέλθει ένα χρονικό διάστημα πλέον των 3,5 ετών από τότε που ο σχετικός φάκελος διαβιβάστηκε προς έγκριση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και παραμένει σε εκκρεμότητα, ο Βουλευτής Ρεθύμνης του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, θέτει εκ νέου στον αρμόδιο Υπουργό, τα ακόλουθα ερωτήματα:
- Που οφείλεται η υφιστάμενη αδικαιολόγητη καθυστέρηση των 3,5 και πλέον ετών για την ολοκλήρωση του αιτήματος καταχώρισης, δεδομένου ότι ο σχετικός φάκελος έχει υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή από το έτος 2021 και μέχρι και σήμερα δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί η διαδικασία,
- Σε ποιες ενέργειες έχει προβεί για την επίσπευση της διαδικασίας τελικής έγκρισης και πως έχει διασφαλίσει τα σημαντικά σημεία του φακέλου που αφορούν την ποιότητα και την τυποποίηση του προϊόντος αποκλειστικά και μόνο στην οριοθετημένη περιοχή της Κρήτης και
- Ποιο είναι το ακριβές χρονοδιάγραμμα για την ολοκλήρωση της διαδικασίας καταχώρισης του Εξαιρετικού Παρθένου Ελαιόλαδου «Κρήτη/Kriti» ως ΠΓΕ, προκειμένου να επιλυθεί αποτελεσματικά το χρόνιο αίτημα των Κρητικών ελαιοπαραγωγών.
Ο Ελαιουργικός Αγροτικός Συνεταιρισμός Μολάων - Πακίων προχώρησε, την Τρίτη (7/1/2025), σε πώληση ενός βυτίου έξτρα παρθένου ελαιόλαδου.
Η τιμή πώλησης, για το ελαιόλαδο φετινής εσοδείας (2024/2025), ήταν στα 5,70 ευρώ το κιλό και αγοραστής ήταν Έλληνας τυποποιητής.
Πάντως στην χώρα μας τιμές παραγωγού, κάτω από τα 5 ευρώ το κιλό, με το σημερινό κόστος καλλιέργειας, είναι σίγουρο ότι θα φέρουν απαξίωση στην παραγωγή ελαιολάδου, με ότι αυτό συνεπάγεται για ολόκληρο τον κλάδο.
Από την Μεσσηνία, ο Αγροτικός Σύλλογος Χανδρινού και Περιφέρειας, σε ανακοίνωσή του κάνει λόγο για «παιχνίδια» εμπόρων στις πλάτες των ελαιοπαραγωγών, με την κυβέρνηση να παίρνει το μέρος τους. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι «οι έμποροι αρπάζουν το λάδι φτηνά από τον παραγωγό για να το πουλήσουν ακριβά στον καταναλωτή. Ενώ η τιμή παραγωγού έχει πέσει στα 5 ευρώ το κιλό η τιμή για τον καταναλωτή στο ράφι δεν έχει μειωθεί.
Ζητάμε κατώτατες εγγυημένες τιμές που θα ανταποκρίνονται στο κόστος παραγωγής, διασφαλίζοντας παράλληλα εισόδημα επιβίωσης και προσιτές τιμές των προϊόντων στην κατανάλωση. Επίσης η κυβέρνηση, με τις ίδιες δικαιολογίες - όπως έκανε τα προιηγούμενα χρόνια με ζημιές από δάκο και ακαρπία - προσπαθεί να μην αποζημιώσει τις ζημιές που είχαμε από την ξηρασία. Μόνο με αγώνα και διεκδικήσεις, με τα τρακτέρ καταφέραμε να αποσπάσουμε κατακτήσεις. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει από το να απαντήσουμε οργανωμένα στην επίθεση».
Στο μεταξύ αυτή την εποχή στην Ισπανία ξεκίνησαν αντιδράσεις για την απότομη πτώση των τιμών που έπεσαν στα 4,35 ευρώ το κιλό.
Στην Ιταλία, που έχει φέτος μειωμένη παραγωγή ελαιολάδου και παρά τις αυξημένες εισαγωγές που κάνει η μεταποίηση, οι παραγωγοί προσπαθούν να μην πουλήσουν σε χαμηλότερες τιμές σε σχέση με πέρσι.
Φέτος τα ιταλικά αποθέματα έξτρα παρθένου ελαιολάδου, στα τέλη Οκτωβρίου 2024, έφταναν τους 70.300 τόνους, το 43% των οποίων ήταν ιταλικής προέλευσης (πέρυσι το ίδιο διάστημα ξεπερνούσαν τους 100.000 τόνους).
Πάντως την περσινή εμπορική περίοδο οι υψηλότερες τιμές ενίσχυσαν την αξία των εξαγωγών ιταλικού ελαιολάδου. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ismea, τους πρώτους οκτώ μήνες του 2024 η αξία των εξαγωγών ήταν πάνω από 2 δισεκατομμύρια ευρώ, ξεπερνώντας το σύνολο του 2023, δηλαδή τεράστια κέρδη για την μεταποποίηση.
Από την άλλη φέτος στην Τουρκία αναμένεται ρεκόρ εξαγωγών ελαιολάδου, μετά τις απαγορεύσεις που είχαμε την προηγούμενη χρονιά.
Η κυβέρνηση της Άγκυρας έχει βάλει υψηλά τον πήχη για τις εξαγωγές ελαιολάδου και επιτραπέζιων ελιών της χώρας, με στόχο να φτάσουν σε αξία ρεκόρ 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων (950 εκατ. ευρώ) το έτος καλλιέργειας 2024/2025.
Οι Τούρκοι κάνουν λόγο για μια παραγωγή φέτος 475.000 τόνους ελαιολάδου και 750.000 τόνων επιτραπέζιων ελιών, που θα πριμοδοτήσουν την τουρκική οικονομία (με συμφωνίες ΕΕ και ψήφο των ελληνικών κυβερνήσεων είναι αδασμολόγητες οι εξαγωγές που κάνει στην Ευρώπη).
Από την άλλη βλέπουμε μια αδιαφορία από την ελληνική κυβέρνηση να στηρίξη τους παραγωγούς και τον ελαιοκομικό κλάδο της χώρας, κάτι που θα οδηγήσει σε απαξίωση το προϊόν τα επόμενα χρόνια. Με απλά λόγια η Άγκυρα θέλει αύξηση παραγωγής, ενώ η Αθήνα αδιαφορεί για την μείωση της παραγωγής ελαιολάδου.
Δεν υπάρχουν επαρκείς λόγοι για την τόση γρήγορη κατάρρευση της τιμής παραγωγού στο ελαιόλαδο, υποστηρίζουν οι ισπανικές αγροτικές οργανώσεις.
Να τονίσουμε ότι η πτώση των τιμών στην Ισπανία έχει επηρεάσει και τις τιμές στην Ελλάδα, σε αντίθεση με την Ιταλία στην οποία παραμένουν σε σταθερά επίπεδα.
Η ASAJA de Castilla-La Mancha, στις αρχές του 2025, καταγγέλλει ότι η πτώση των τιμών ανταποκρίνεται περισσότερο σε κερδοσκοπικές κινήσεις παρά στην πραγματικότητα της αγοράς. Τονίζει δε ότι δεν υπάρχει επαρκής δικαιολογία για μια τόσο γρήγορη πτώση της τιμής παραγωγού του ελαιολάδου, ενώ αναφέρει κερδοσκοπικές κινήσεις ως τον κύριο λόγο για αυτή την κατάρρευση.
Όπως εξηγεί η ισπανική οργάνωση, οι παράτυπες και καταχρηστικές εμπορικές πρακτικές, μεσαζόντων και εμπορικών φορέων, προκαλούν αστάθεια στην αγορά ελαιολάδου, οι συνέπειες των οποίων επιβαρύνουν μόνο τους παραγωγούς.
Ο πρόεδρος της αγροτικής οργάνωσης, José María Fresneda, δήλωσε ότι «πριν από ένα χρόνο, όταν ουσιαστικά δεν υπήρχε παραγωγή, κάποιοι μιλούσαν για τις υψηλές τιμές του ελαιολάδου στα σούπερ μάρκετ. Τώρα, η πτώση των τιμών είναι για άλλη μια φορά στην επικαιρότητα προς ικανοποίηση των καταναλωτών, αλλά κανείς δεν θυμάται ότι οι μόνοι που επηρεάζονται αρνητικά είναι οι παραγωγοί και ότι το κόστος ελαιοκαλλιέργειας όχι μόνο δεν μειώθηκε, αλλά και αυξήθηκε».
Όπως ανέφερε το δεδομένο είναι ότι «στην τροφική αλυσίδα χάνουν πάντα είτε οι καταναλωτές είτε οι αγρότες, παρά το γεγονός ότι έχουμε ένα νόμο που πρέπει να ελέγχει και να διασφαλίζει την ισορροπία των τιμών (ισπανικός νόμος για τιμές πάνω από το κόστος παραγωγής - δεν υπάρχει στην Ελλάδα). Ο ισπανικός ελαιοκομικός τομέας έχει πολύ υψηλό κόστος παραγωγής και πολλές δυσκολίες στην εύρεση εργατικού δυναμικού και τέτοιου είδους μειώσεις των τιμών δεν πρέπει να επιτρέπονται».
Στο μεταξύ, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία από το σύστημα Poolred, στην Ισπανία, τον Ιανουάριο του 2025 η τιμή παραγωγού στο έξτρα παρθένο έχει μειωθεί, κατά 51%, σε σχέση την τιμή του Ιανουαρίου του 2024, από τα 8,87 στα 4,35 ευρώ/κιλό. Η τιμή του παρθένου ελαιολάδου έχει υποχωρήσει, κατά 53%, από 8,37 στα 3,90 ευρώ/κιλό και το μειονεκτικό (λαμπάντε ή βιομηχανικό) έχει υποχωρήσει, κατά 59%, από 7,96 σε 3,29 ευρώ/κιλό.
«Αυτές οι τιμές δεν δικαιολογούνται επαρκώς και τις επόμενες εβδομάδες θα πρέπει να αυξηθούν σε πιο λογικά επίπεδα και να επανέλθει η κανονικότητα», τονίζει η ισπανική αγροτική οργάνωση.
Είμαστε προς το τέλος της συγκομιδής ελαιοκάρπου και στην παραγωγή ελαιολάδου και κάποιοι έβγαλαν στην φόρα τα πρόστιμα που ετοιμάζει η κυβέρνηση για το λάδι σε τενεκέ χωρίς δελτίο αποστολής.
Ισχύει αυτό ή βρήκαν ευκαιρία που τις πρώτες μέρες του 2025 οι τιμές παραγωγού στο ελαιόλαδο καταρρέουν και προσπαθούν να τις ρίξουν ακόμη πιο κάτω.
Στα λόγια είμαστε καλοί στην χώρα μας και όπως λέει ο λαός «ο Μανώλης με τα λόγια χτίζει ανώγεια και κατώγεια».
Έχουμε λοιπόν την απόφαση της ΑΑΔΕ που αναφέρει ότι αρχές του 2025 ξεκινά «προαιρετικά» η υλοποίηση της εφαρμογής του ψηφιακού δελτίου αποστολής στην πλατφόρμα myDATA, για την παρακολούθηση της διακίνησης των αγροτικών προϊόντων και αγαθών σε πραγματικό χρόνο.
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό της ΑΑΔΕ, μετά την πρώτη παράταση που δόθηκε με απόφαση Πιτσιλή, οι προθεσμίες έκδοσης και διαβίβασης δελτίων αποστολής στο myDATA για ελαιόκαρπο και ελαιόλαδο είναι: Προαιρετικά μέχρι 31/3/2025, υποχρεωτικά από 1/4/2025.
Αυτό σημαίνει ότι όταν γίνει υποχρεωτικό το μέτρο θα έχει ολοκληρωθεί η συγκομιδή. Επίσης επειδή ζούμε στην Ελλάδα είναι πιθανόν να δοθεί και ακόμη μια παράταση.
Η ΑΑΔΕ αναφέρει ακόμη ότι από 1η Οκτωβρίου 2025 κάθε επιχείρηση και αγρότης σε όλη την αγορά δεν θα μπορεί να διακινεί αγαθά αν δεν έχει εκδώσει ψηφιακό δελτίο αποστολής. Αν δεν το κάνει θα έχει πρόστιμο.
Συγκεκριμένα τα πρόστιμα πρόκειται να ανέλθουν σε:
- πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ για υπόχρεους τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και
- δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ για υπόχρεους τήρησης διπλογραφικού συστήματος.
Μιλάμε για πρόστιμα που αφορούν όχι μόνο τους τενεκέδες με τα λάδια αλλά για οποιαδήποτε συναλλαγή που θα γίνεται στο χωράφι.
Τώρα πως κάποιοι μιλάνε για πρόστιμα όταν η ίδια η ΑΑΔΕ τους διαψεύδει ας το σκεφτούμε.
Τέλος να θυμήσουμε ότι στην χώρα μας το εμπόριο ελαιολάδου σε τενεκέ απαγορεύεται εδώ και χρόνια αλλά δεν είδαμε κάποια μέτρα από το κράτος για την αποτροπή του.
Στην Ισπανία προχωρούν σε έρευνα για την πτώση των τιμών παραγωγού που υπήρξε φέτος στο ελαιόλαδο.
Η Συντονιστική Αγροτικών και Κτηνοτροφικών Οργανώσεων (COAG) ζητά από τις αρχές της Ισπανίας έρευνα της λειτουργίας του ανταγωνισμού και της ύπαρξης καρτέλ στις αγοραπωλησίες ελαιολάδου την φετινή ελαιοκομική περίοδο.
Όπως υποστηρίζει η COAG Jaén, «η πτώση που σημειώθηκε φέτος στην τιμή παραγωγού στο ελαιόλαδο ήταν «εντελώς τεχνητή», δεδομένου ότι δεν υπάρχουν αντικειμενικά στοιχεία της αγοράς που να δικαιολογούν αυτή την καθοδική πορεία των τιμών».
Σε δηλώσεις του γενικού γραμματέα της COAG Jaén, Juan Luis Ávila, τονίζεται ότι «η πτώση της τιμής φτωχαίνει τον Ισπανό ελαιοπαραγωγό και πλουτίζει τον εξαγωγικό κλάδο». Και προσθέτει ότι «με τη δικαιολογία της μείωσης της τιμής του ελαιολάδου, που δεν αντιπροσωπεύει μεγάλη δαπάνη για το οικογενειακό καλάθι αγορών (30 ευρώ ανά οικογένεια), εξαθλιώνει πάνω από 200.000 οικογένειες ελαιοπαραγωγών στην Ανδαλουσία για να πλουτίσει τις τέσσερις οικογένειες που είναι ασχολούνται με το παγκόσμιο εμπόριο ελαιολάδου».
Στο μεταξύ η μέση τιμή παραγωγού του ελαιολάδου στην Ισπανία, στοιχεία από το σύστημα Poolred, για την εβδομάδα από 21 έως 27 Δεκεμβρίου 2024 ήταν:
Εξαιρετικό Παρθένο Ελαιόλαδο: 4,26 ευρώ το κιλό
Παρθένο Ελαιόλαδο: 3,90 ευρώ το κιλό
Ελαιόλαδο Lampante: 3,17 ευρώ το κιλό.
Στην Ελλάδα δεν μπορεί να υπάρξει καμιά έρευνα της επιτροπής Ανταγωνισμού γιατί πολύ απλά δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για την παραγωγή, εμπορία, αποθέματα και τιμές. Το μόνο που υπάρχει είναι τιμές από κάποιες δημοπρασίες συνεταιρισμών, που όμως επειδή είναι μικρές ποσότητες δεν μπορούν να επηρεάσουν την αγορά. Επισης ο πληθωρισμός εξαρτάται από τις τιμές στο ράφι και όχι στο χωράφι και, όπως λένε οι Ισπανοί, το ελαιόλαδο δεν αποτελεί την μεγάλη δαπάνη στο «καλάθι αγορών» των καταναλωτών (όσοι ακόμη πίνουν καφέ στην χώρα μας το γνωρίζουν).
Συνάντηση με κεντρικό θέμα την ενίσχυση των προσπαθειών για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού ο οποίος συνεχίζει να ασκεί σημαντική πίεση στο οικογενειακό εισόδημα, είχε με τον υπουργό Ανάπτυξης, Τάκη Θεοδωρικάκο, ο βουλευτής Μεσσηνίας, Περικλής Μαντάς.
Επί τάπητος τέθηκε επίσης το ζήτημα με την κάθετη πτώση στη τιμή του ελαιολάδου, με τον βουλευτή να ζητά από τον υπουργό να μην υπάρχει στοχοποίηση σε τόσο μεγάλο βαθμό, με αποτέλεσμα να ζημιώνονται χιλιάδες παραγωγοί τόσο στη Μεσσηνία, όσο και σε άλλες περιοχές της χώρας.
Όσον αφορά στο ζήτημα του ελαιολάδου, ο κ. Μαντάς σημείωσε ότι η αυξημένη τιμή, που υπήρχε το προηγούμενο διάστημα δεν οφειλόταν στην αύξηση του πληθωρισμού, αλλά ήταν αποτέλεσμα των μεγάλων ελλείψεων στην παραγωγή κατά τα τελευταία δύο έτη σε διεθνές επίπεδο.
Για τον λόγο αυτό, είναι απαραίτητο αφενός να διαφυλαχθεί η τιμή του προϊόντος σε ικανοποιητικά επίπεδα για την παραγωγή, αφού άλλωστε το ελαιόλαδο αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα εθνικά προϊόντα, αφετέρου να περιοριστεί η επιθετική ρητορική σχετικά με τη τιμή του, δεδομένου ότι δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και ενδεχομένως να προκαλεί υπέρμετρη ζημιά στους Έλληνες παραγωγούς ελαιολάδου.
Αναφορικά με το ζήτημα της ανάσχεσης των πληθωριστικών πιέσεων, τονίστηκε και από τις δύο πλευρές ότι αποτελεί μια ιδιαίτερα σύνθετη πρόκληση για το πεδίο των τροφίμων. Είναι γεγονός επίσης ότι πολλές πρωτοβουλίες του υπουργείου έχουν ευοδωθεί, με αποτέλεσμα τη συγκράτηση του πληθωρισμού τροφίμων σε σχετικά χαμηλά επίπεδα απέναντι στον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ, ωστόσο ενδεχομένως να υπάρχουν ορισμένα επιπλέον μέτρα τα οποία μπορούν να ληφθούν με άμεσο στόχο τη μείωση των τιμών στα σούπερ μάρκετ.
Δέσμη 5 σημείων
Σε αυτό το πλαίσιο ο κ. Μαντάς πρότεινε στον υπουργό μια δέσμη 5 σημείων, προκειμένου αφενός να αντιμετωπιστούν φαινόμενα που υπονομεύουν την ελεύθερη αγορά και τον ανταγωνισμό, αφετέρου να βελτιωθεί η καταναλωτική συμπεριφορά και να στηριχθούν τα χαμηλότερα εισοδήματα.
«Οι πέντε προτάσεις Μαντά για περαιτέρω αύξηση του ανταγωνισμού και μείωση των τιμών»
Ειδικότερα, οι προτάσεις που κατέθεσε ο Μεσσήνιος βουλευτής εστιάζουν στους εξής τομείς:
1. Ενίσχυση της διαφάνειας και του ανταγωνισμού
Εμπλουτισμός της ηλεκτρονικής πλατφόρμας σύγκρισης τιμών: Οι καταναλωτές να μπορούν να ενημερώνονται άμεσα για τις χαμηλότερες τιμές σε πολύ περισσότερα προϊόντα, μέσα από την επέκταση της λειτουργίας της πλατφόρμας σύγκρισης τιμών που ήδη υπάρχει για τα βασικά προϊόντα των σούπερ μάρκετ.
Εντατικοποίηση των ελέγχων κατά των εναρμονισμένων πρακτικών: Αυστηρή επιτήρηση από την Επιτροπή Ανταγωνισμού για τον εντοπισμό και την αποτροπή συνεννοήσεων μεταξύ ανταγωνιστικών επιχειρήσεων.
2. Μείωση του κόστους της εφοδιαστικής αλυσίδας
Μεγαλύτερη υποστήριξη τοπικών προϊόντων: Επενδύσεις σε τοπικές αγροτικές και παραγωγικές δομές για να μειωθούν τα κόστη μεταφοράς.
Συνεργασίες παραγωγών και καταναλωτών: Ενίσχυση των Ομάδων Παραγωγών οι οποίες μπορούν να πωλούν προϊόντα απευθείας σε καταναλωτές (π.χ. σε λαϊκές αγορές ή συνεργατικά παντοπωλεία).
3. Βελτίωση της καταναλωτικής συμπεριφοράς
Καλύτερη ενημέρωση των καταναλωτών για εναλλακτικές λύσεις: Μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με την κατανάλωση προϊόντων σε προσφορά ή εποχικών ειδών που συνήθως έχουν ανταγωνιστικότερες τιμές.
Μείωση της σπατάλης των τροφίμων: Λήψη πρωτοβουλιών για την καλλιέργεια καλύτερης καταναλωτικής κουλτούρας και την υιοθέτηση πρακτικών με στόχο την αγορά και κατανάλωση μόνο των απαραίτητων προϊόντων.
4. Στήριξη ευάλωτων ομάδων
Διανομή τροφίμων σε πλεόνασμα: Δημιουργία δομών και δράσεων για την πολύ φθηνή ή δωρεάν διανομή των τροφίμων που περισσεύουν, αλλά παραμένουν κατάλληλα για κατανάλωση.
5. Ενίσχυση των μικρών παραγωγών
Στήριξη μικρών επιχειρήσεων: Μείωση φορολογικών βαρών για τα μικρά παντοπωλεία και τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις, με στόχο την αύξηση της διαθεσιμότητας ανταγωνιστικών προϊόντων και τη μεγαλύτερη συμπίεση των τιμών καταναλωτή.
Ενίσχυση συνεργατικών σχημάτων: Ανάπτυξη περισσότερων αγροτικών και εμπορικών συνεταιρισμών που διαθέτουν αυξημένη διαπραγματευτική ισχύ και ενισχύουν τον ανταγωνισμό.
Τέλος, ο κ. Μαντάς έθεσε στον υπουργό την ανάγκη να γίνει δικαιότερος ο τρόπος κατανομής των κονδυλίων του αναπτυξιακού νόμου στις περιφέρειες της χώρας, υπογραμμίζοντας την περίπτωση των μηδενικών ενισχύσεων που έλαβε το σύνολο της Περιφέρειας Πελοποννήσου για επενδύσεις κάτω του 1 εκατ. ευρώ στον τουρισμό, σε αντίθεση με τις Περιφέρειες Νοτίου Αιγαίου και Κρήτης που έλαβαν το 50% των κινήτρων, με αποτέλεσμα όλο και μεγαλύτερα ποσά να διοχετεύονται προς τις ήδη ανεπτυγμένες τουριστικά περιοχές, ενώ όσες περιοχές αγωνίζονται να αναπτυχθούν, να μένουν ουσιαστικά στο περιθώριο της κρατικής στήριξης. Eπανέλαβε επίσης την πρότασή του για διεύρυνση των κριτηρίων, ώστε να λαμβάνονται υπόψη στοιχεία όπως ο πληθυσμός μιας περιοχής, η αναπτυξιακή υστέρηση, η ύπαρξη και λειτουργία κρίσιμων υποδομών, κ.ά.
Σε πλήρη αδιέξοδο βρίσκεται η ελληνική ελαιοκαλλιέργεια με το ΥπΑΑΤ να παραμένει απλά θεατής της όλης εικόνας της αγοράς.
Βέβαια σε άλλες χώρες της ΕΕ έχει θεσμοθετηθεί εδώ και χρόνια η υποχρέωση πώλησης αγροτικών προϊόντων πάνω από το κόστος παραγωγής.
Επίσης πολλοί αναφέρουν τις τιμές της Ισπανίας αλλά δεν αναφέρουν το μειωμένο κόστος που έχουν οι Ισπανοί ελαιοπαραγωγοί λόγω πυκνής φύτευσης.
Στην Ελλάδα αυτή την εποχή οι τιμές παραγωγού έχουν πέσει σε χαμηλά επίπεδα αλλά οι ελαιοπαραγωγοί πουλάνε γιατί έχουν οικονομικές υποχρεώσεις.
Όσο πουλάνε βέβαια η τιμή δεν υπάρχει περίπτωση να αυξηθεί. Αποτέλεσμα να αναμένεται το επόμενο διάστημα να έχουμε εγκατάλειψη ή ακόμη και πώληση των ελαιώνων.
Ο κ. Ασημάκης Ντεμερούκας, γεωπόνος και παραγωγός από τα Φιλιατρά Μεσσηνίας, αυτή την στιγμή οι τιμές παραγωγού είναι στα επίπεδα των 4,20 έως 4,30 ευρώ το κιλό για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο. Οι παραγωγοί πουλάνε σε αυτές τις τιμές γιατί έχουν μεγάλες οικονομικές ανάγκες. Αφού όμως υπάρχει προσφορά δεν υπάρχει λόγος να αυξηθεί η τιμή. Με αυτή την εικόνα είναι πιο πιθανό να μειωθεί η τιμή ακόμη περισσότερο.
Οι παραγωγοί έρχονται μετά από μια χρονιά που είχαν μειωμένες παραγωγές και θέλουν τα χρήματα. Το κόστος παραγωγής για ένα αρδευόμενο ελαιώνα είναι στα 3,5 ευρώ το κιλό. Στον ξηρικό μπορεί να έχει λιγότερα έξοδα αλλά έχει και μειωμένες αποδόσεις, οπότε το κόστος ξεπερνά τα 5 ευρώ το κιλό.
Χαμηλές τιμές παραγωγού είχαμε στο ελαιόλαδο και το 2020 και τότε υπήρξε κύμα εγκατάλειψης των ελαιώνων στην Μεσσηνία. Κάτι αντίστοιχο θα συμβεί και αυτή την ελαιοκομική περίοδο. Ήδη πολλοί παραγωγοί αναγκάζονται να πουλάνε τους ελαιώνες τους. Η καλλιέργεια γίνεται ασύμφορη και μη βιώσιμη. Οι επενδυτές που θα έρθουν θα αλλάξουν όλο το τοπίο στον ελληνικό ελαιοκομικό τομέα.
Όσον αφορά τους εργάτες γης υπάρχουν προβλήματα που τις επόμενες ημέρες θα αυξηθούν. Οι εργάτες από τις Βαλκανικές χώρες φεύγουν από την χώρα μας τις ημέρες των εορτών Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς, οπότε οι όψιμες περιοχές θα έχουν πρόβλημα».
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Ένωσης Σητείας, Μανώλης Μαυροματάκης, αναφέρει στον ΑγροΤύπο ότι «στο παρελθόν τέτοια εποχή κάναμε εμπορικές πράξεις φέτος ακόμη δεν έχουμε κλείσει καμιά συμφωνία. Στην χώρα μας δεν έχουμε μεγάλη τυποποίηση και εξαρτώμαστε από τις χύμα εξαγωγές.
Είμαστε περίπου στα μέσα της συγκομιδής στην περιοχή μας. Φέτος έχουμε μείωση κατά 70% στην παραγωγή ελαιολάδου της περιοχής μας. Είναι η δεύτερη συνεχόμενη χρονιά που έχουμε μείωση της παραγωγής λόγω της ξηρασίας και έχουμε ακαρπία.
Ακόμη και φέτος είμαστε στο Δεκέμβριο και έχουμε λίγα νερά και αν συνεχιστεί αυτή η εικόνα θα έχουμε πρόβλημα και τον επόμενο χρόνο στην παραγωγή.
Το κόστος αυτή την στιγμή είναι γύρω στα 5 ευρώ το κιλό. Με τιμή παραγωγού πάνω από 5,5 ευρώ θα μιλάμε για κάποιο εισόδημα στον παραγωγό.
Αυτή την στιγμή υπάρχει ένα μεγάλο αδιέξοδο στην αγορά γιατί οι καταναλωτές δεν έχουν δυνατότητα να πληρώσουν αλλά και οι παραγωγοί έχουν αυξημένο κόστος και δεν είναι βιώσιμοι αν πουλάνε σε χαμηλή τιμή».
Μέσες τιμές παραγωγού άνω των 8 ευρώ το κιλό για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο είχαμε το Νοέμβριο του 2024 στην Ιταλία, σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν.
Αυτή η τιμή είναι ελαφρά μειωμένη, κατά -6%, σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2024 αλλά αυξημένη, κατά 2%, σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Αντίθετα στην Ισπανία έχουμε μικρή αύξηση της παραγωγής και πτώση της τιμής. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία από το σύστημα Poolred, από τις 10 έως τις 15 Δεκεμβρίου, η τιμή παραγωωγού του έξτρα παρθένου ελαιολάδου ήταν 4,1 ευρώ/κιλό, το παρθένο στα 3,9 ευρώ το κιλό και το lampante στα 3,6 ευρώ το κιλό.
Η Υπηρεσία Πληροφοριών και Ελέγχου Τροφίμων (AICA) έδωσε στη δημοσιότητα τα στοιχεία της αγοράς του ελαιολάδου, για τον μήνα Νοέμβριο, τα οποία αναφέρουν μια ισπανική παραγωγή 292.019 τόνων.
Όσον αφορά τα αποθέματα, από τους 321.147 τόνους, οι 227.750 τόνοι βρίσκονται σε ελαιοτριβεία, 98.550 τόνοι στα συσκευαστήρια και 847 τόνοι τα κοινοτικά αποθέματα (Olivarero Communal Heritage).
Στην χώρα μας αυτή την περίοδο δεν υπάρχει κάποιο εμπορικό ενδιαφέρον για αγοραπωλησία ελαιολάδου. Πάντως το Νοέμβριο του 2024, σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν, η μέση τιμή που πούλησαν οι Έλληνες παραγωγοί το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο ήταν στα 5,3 ευρώ το κιλό. Πάντως όπως δηλώνουν παραγωγοί από τις ζώνες καλλιέργειας της χώρας μας, η συγκομιδή προχωρά με προβλήματα λόγω της έλλειψης εργατών.
Αποζημιώσεις για ξηρασία
Επανήλθε το αίτημα της αποζημίωσης των ελαιοπαραγωγών, την φετινή ελαιοκομική περίοδο (2024-2025), λόγω των περιβαλλοντικών συνθηκών που οφείλονται στην κλιματική κρίση. Βέβαια το ΥπΑΑΤ αναφέρεται σε περιοχές που έχουν καταγραφεί οι ζημιές στην ελαιοκαλλιέργεια. Συγκεκριμένα ο Υφυπουργός ΑΑΤ, Διονύσιος Σταμενίτης, απάντησε στην Βουλή σε ερώτηση του βουλευτή Λέσβου, Χαρ. Αθανασίου, για την αποζημίωση των ελαιοπαραγωγών.
Συγκεκριμένα ο Υφυπουργός δήλωσε: «Το πρόβλημα έχει να κάνει με συρρίκνωση και αφυδάτωση του ελαιοκάρπου και ξήρανση της κόμης. Οι απώλειες αυτές δεν καλύπτονται από τον ΕΛΓΑ. Θα διερευνήσουμε όμως την ύπαρξη άλλου εργαλείου εφόσον πληρούνται οι δημοσιονομικές και θεσμικές προϋποθέσεις για ΚΟΕ ή αποζημίωση λόγω ξηρασίας μέσω εργαλείων από την ΕΕ. Ωστόσο πριν την λήξη της συγκομιδής δεν γίνεται να έχουμε σαφή εικόνα. Αυτό θα γίνει αρχές του 2025. Θα κάνουμε καθετί να ενισχύσουμε τους παραγωγούς».
Άγονος κηρύχθηκε ο διαγωνισμός που έκανε ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Ελαιοπαραγωγών Δήμου Καντάνου - Σελίνου «Ένωση Σελίνου», σήμερα Τρίτη (17/12), για τη διάθεση βιομηχανικού ελαιολάδου.
Όπως ανέφερε εκπρόσωπος του συνεταιρισμού στον ΑγροΤύπο, ο πλειοδοτικός διαγωνισμός αφορούσε την πώληση 1 βυτίου βιομηχανικού ελαιολάδου 28 τόνων και οξύτητας 6,30.
Θυμίζουμε ο ίδιος συνεταιρισμός στον προηγούμενο πλειοδοτικό διαγωνισμό για την πώληση 1 βυτίου περσινού βιομηχανικού ελαιολάδου, 28 τόνων και οξύτητας 6,20, είχε πετύχει τιμή στα 3,35 ευρώ το κιλό.
Στο μεταξύ η έλλειψη εργατών γης, που έχει οδηγήσει σε κατακόρυφη αύξηση του κόστους συγκομιδής, σε συνδιασμό με την μειωμένη παραγωγή λόγω ξηρασίας και υψηλών θερμοκρασιών, που υπάρχει σε πολλές περιοχές της χώρας, είναι τα βασικά προβλήματα της φετινή ελαιοκομικής περιόδου. Οι σκέψεις για επαναφορά των τιμών παραγωγού στα επίπεδα των 2,5 και 3 ευρώ το κιλό, αποτελούν καταστροφικά σενάρια για τους παραγωγούς και αυτά τα γνωρίζει το ΥπΑΑΤ.
Πανευρωπαϊκό σύστημα ιχνηλασιμότητας ελαιολάδου
Από την πλευρά τους οι Ιταλοί ζητούν από την κυβέρνησή τους τη δημιουργία ενός συστήματος ηλεκτρονικής καταχώρισης και ιχνηλασιμότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την προστασία του έξτρα παρθένου ελαιολάδου και την εγγύηση της διαφάνειας σε ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής. Το συγκεκριμένο αίτημα διατύπωσε ο αντιπρόεδρος της Coldiretti και πρόεδρος της Unaprol, David Granieri, με επιστολή που απέστειλε στον Ιταλό υπουργό Γεωργίας, Διατροφής και Δασών, Francesco Lollobrigida. Όπως τονίζει ο στόχος είναι σαφής: η προστασία της ποιότητας ενός συμβολικού προϊόντος της ιταλικής και ευρωπαϊκής διατροφής και η προστασία τόσο των καταναλωτών όσο και των έντιμων παραγωγών.
Η επιστολή του κ. Granieri μεταξύ άλλων αναφέρει: «Οι απάτες και οι νοθείες στο ελαιόλαδο διαβρώνουν την αξία και την αυθεντικότητα ενός από τους πυλώνες της ιταλικής και ευρωπαϊκής αγροδιατροφικής παράδοσης. Είναι απαράδεκτο αυτές οι δόλιες πρακτικές να συνεχίσουν να απειλούν μια κληρονομιά που βασίζεται στην ποιότητα, τη διαφάνεια και την εμπιστοσύνη των καταναλωτών. Η τρέχουσα κατάσταση βλέπει την αγορά έξτρα παρθένου ελαιολάδου υπό πολιορκία, με ολοένα και πιο εξελιγμένες απάτες, που έχουν σαν αποτέλεσμα την πώληση του προϊόντος σε χαμηλές και μη βιώσιμες τιμές για τους έντιμους παραγωγούς».
Τα φαινόμενα αυτα, όπως υπογραμμίζουν οι Coldiretti και Unaprol, «προκαλούν ανεπανόρθωτη ζημιά τόσο στους καταναλωτές, που εξαπατώνται και παραβιάζονται τα δικαιώματά τους, όσο και στους έντιμους παραγωγούς, των οποίων η καλλιεργητική προσπάθεια που κάνουν υποβαθμίζεται συστηματικά από ανέντιμες πρακτικές».
Η πτώση τιμών παραγωγού στο ελαιόλαδο, άνω του 50%, δεν μείωσε αντίστοιχα τις τιμές λιανικής στην Ισπανία, αναφέρει έκθεση του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων (ΟΕΥ) της Ελληνικής Πρεσβείας στην Μαδρίτη.
Όπως επισημαίνει ο κ. Παντελής Γκάσιος, Σύμβουλος ΟΕΥ Α, οι τιμές παραγωγού του ελαιολάδου στην Ισπανία έχουν υποστεί ιστορικά υψηλές μειώσεις τους τελευταίους μήνες, καταγράφοντας πτώσεις άνω του 50% σε σύγκριση με τις τιμές του ελαιολάδου στις αρχές και στα μέσα του 2024.
Οι κλαδικές πηγές αναφέρουν ότι, ενώ οι μέσες τιμές παραγωγού του ελαιολάδου στην Ισπανία ήταν κοντά στα 9 ευρώ το κιλό τον παρελθόντα Φεβρουάριο και 8 ευρώ τον Ιούνιο 2024, στις αρχές Δεκεμβρίου ανέρχονται σε πλησίον των 5,56 ευρώ, και μάλιστα για το πλέον ποιοτικό, εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο. Στην περίπτωση του παρθένου ελαιολάδου οι τιμές παραγωγού ανέρχονται σε 4,69 ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία από τα παρατηρητήρια της Ισπανικής Ομοσπονδίας Βιομηχανικών Κατασκευαστών Ελαίων (Federación Española de Industriales Fabricantes de Aceite de Oliva).
Ωστόσο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις εκπροσώπων του κλάδου, η εν λόγω πτωτική πορεία των τιμών δεν αναμένεται να μεταφερθεί τουλάχιστον άμεσα, αλλά ούτε εξ ολοκλήρου, στα ράφια των αλυσίδων σούπερ μάρκετ.
Το φαινόμενο αυτό, σύμφωνα με ειδικούς του κλάδου ελαιολάδου, μπορεί να εξηγηθεί αφ’ ενός από το γεγονός ότι εκτιμάται πως οι τιμές είναι ήδη πολύ κοντά στο να φθάσουν στο κατώτατο δυνατό σημείο τους και συνεπώς θα αρχίσουν να ανεβαίνουν ξανά, ενώ από την άλλη, οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι ο αντίκτυπος της πτωτικής πορείας των τιμών στην πηγή προέλευσης επί των τελικών τιμών λιανικής μπορεί να φανεί αρκετούς μήνες αργότερα.
Αναφέρεται εξάλλου ότι οι ελαιουργίες της Ισπανίας διαθέτουν πρόσθετα αποθέματα της τάξεως των 186.000 τόνων, που θα πρέπει να πωληθούν, τα οποία όμως αποκτήθηκαν τους προηγούμενους μήνες όταν οι τιμές ήταν ακόμη υψηλότερες.
Από την πλευρά της η ισπανική Ένωση Μικροκαλλιεργητών και Αγροτών (Unión de Pequeños Agricultores y Ganaderos - UPA), αναφέρει ότι η «κατάρρευση» των εγχώριων τιμών ελαιολάδου αντικατοπτρίζει επίσης το υποκείμενο πρόβλημα που αφορά την ευθύνη ολόκληρου του ισπανικού κλάδου και έχει να κάνει με το γεγονός ότι «η Ισπανία ο μεγαλύτερος παραγωγός σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι η χώρα που καθορίζει τις τιμές του ελαιολάδου στον κόσμο και συνεπώς ηγείται της συμπεριφοράς των αγορών».
Η Ισπανία εκτιμάται ότι έχει φέτος παραγωγή 1,4 εκατ. τόνων, ακολουθούμενη από τις Τουρκία (εκτιμήσεις για παραγωγή 450.000 τόνων και αποθέματα 700.000 τόνων), Τυνησία (παραγωγή 315.000 τόνων), Ελλάδα (παραγωγή 240.000 τόνων) και Πορτογαλία (παραγωγή 160.000 τόνων), ενώ στην Ιταλία, οι ισπανικές πηγές αναφέρουν ότι αυτή τη στιγμή η παραγωγή εκτιμάται σε περίπου 220.000 τόνους, με ερωτηματικά ωστόσο όσον αφορά την πραγματική προέλευση των ελαίων.
Σύμφωνα με τις ισπανικές κλαδικές εκτιμήσεις, πρόσθετη αβεβαιότητα στην διεθνή αγορά ελαιολάδου προκαλεί, μεταξύ άλλων, η εκλογή Trump στις ΗΠΑ, που συνιστούν τον μεγαλύτερο αγοραστή ελαιολάδου σε παγκόσμιο επίπεδο και η οποία ενδέχεται να επιφέρει επιβολή δασμών στις εισαγωγές του προϊόντος.
Τις χαμηλότερες τιμές παραγωγού στην ΕΕ για το ελαιόλαδο έχει η χώρα μας, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε πριν λίγες ημέρες η Κομισιόν.
Η ελληνική αγορά συνεχίζει να προσφέρει στους παραγωγούς για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο τιμές της τάξης των 5 έως 5,35 ευρώ το κιλό. Αυτές τις τιμές έδωσε πρόσφατα σε δημοπρασία που έκανε συνεταιρισμός της Κρήτης για πώληση 20 τόνων έξτρα παρθένου ελαιολάδου οξύτητας 0,4%. Βέβαια το Δ.Σ. του συνεταιρισμού δεν έκανε δεκτές αυτές τις προσφορές και ο διαγωνισμός βγήκε άγονος.
Την ίδια στιγμή αρνητικό είναι το ΥπΑΑΤ στο αίτημα των ελαιοπαραγωγών για αποζημίωση λόγω της μειωμένης παραγωγής στις περισσότερες περιοχές της χώρας, εξαιτίας της παρατεταμένης ξηρασίας.
Στο μεταξύ, στην Ισπανία τα στοιχεία της Κομισιόν αναφέρουν ότι για τον μήνα Νοέμβριο η μέση τιμή παραγωγού στο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο κυμάνθηκε στα 6,15 ευρώ το κιλό.
Η ισπανική Υπηρεσία Πληροφοριών και Ελέγχου Τροφίμων (AICA) έδωσε στη δημοσιότητα τα στοιχεία της αγοράς ελαιολάδου για τον μήνα Νοέμβριο, σύμφωνα με τα οποία υπήρξε μια παραγωγή 255.742 τόνων, ενώ στην επαρχία Χαέν έβγαλε μια παραγωγή της τάξης των 66.295 τόνων.
Όσον αφορά τα αποθέματα, ανέρχονται σε 321.147 τόνους, εκ των οποίων οι 98.550 τόνοι βρίσκονται στα συσκευαστήρια, 227.749 τόνοι σε ελαιοτριβεία και 847,90 τόνοι είναι τα κοινοτικά αποθέματα (Olivarero Communal Heritage).
Εμείς να θυμίσουμε ότι η ισπανική κυβέρνηση έχει μηδενίσει το ΦΠΑ για να μην μειωθεί η κατανάλωση του ελαιολάδου, σε αντίθεση με την Ελλάδα που κρατά υψηλά τον ΦΠΑ και περιμένει να πέσει η τιμή στο χωράφι για να μειωθεί και στο ράφι. Επίσης οι Ισπανοί ελαιοπαραγωγοί με την πυκνή φύτευση έχουν χαμηλό κόστος καλλιέργειας και συγκομιδής άρα με τις υψηλότερες τιμές έχουν και μεγαλύτερα εισοδήματα σε σχέση με τους Έλληνες.
Τις πρώτες επίσημες προβλέψεις για την φετινή (2024/2025) παραγωγή ελαιολάδου ανακοίνωσε η Κομισιόν.
Σύμφωνα με αυτές, φέτος η συνολική παραγωγή ελαιολάδου στην ΕΕ είναι αυξημένη, κατά 29%, σε σχέση με την περσινή (2023/2024).
Όσον αφορά τα κράτη μέλη η πρόβλεψη της Κομισιόν για την ελληνική παραγωγή ελαιολάδου είναι ότι θα είναι αυξημένη κατά 43% (250.000 τόνους).
Την μεγαλύτερη αύξηση στην ΕΕ παρουσιάζει η ισπανική παραγωγή ελαιολάδου κατά 51% (1,2 εκατ. τόνους).
Σημαντική αύξηση έχουμε και στην πορτογαλική παραγωγή κατά 21% (190.000 τόνους).
Αντίθετα μειωμένη προβλέπεται να είναι η ιταλική παραγωγή κατά -32% (224.000 τόνους).
Πάντως σημαντικές αυξήσεις στην παραγωγή ελαιολάδου φέτος έχουμε και στις χώρες εκτός ΕΕ κατά 26%.
Μεγάλη αύξηση της παραγωγή ανεμένεται να έχει το τουρκικό ελαιόλαδο που εκτιμά η Κομισιόν ότι θα είναι 104% ( 450.000 τόνους, σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με πέρσι).
Αύξηση παρουσιάζει και η παραγωγή ελαιολάδου της Τυνησίας σε ποσοστό 55% (340.000 τόνους).
Αντίθετα μειωμένη αναμένεται να είναι η παραγωγή ελαιολάδου στο Μαρόκο κατά -15% (106.000 τόνους).
Όσον αφορά τις τιμές παραγωγού για το έξτρα παρθένο στην ΕΕ, το Νοέμβριο του 2024, η Ελλάδα παρουσίασε την μεγαλύτερη πτώση, κατά -27%, σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή (μέση τιμή 5,3 ευρώ το κιλό).
Η Ισπανία είχε μια πτώση της τιμής, κατά -22%, σε σχέση με πέρσι (μέση τιμή 6,1 ευρώ το κιλό), ενώ αντίθετα η Ιταλία είχε μια αύξηση της τιμής, κατά 2% (μέση τιμή 8,6 ευρώ το κιλό).
Συμβουλές προς τους καταναλωτές για την σωστή επιλογή του ελαιολάδου, ανακοίνωσαν οι ιταλικές οργανώσεις Unaprol (Italian Olive Oil Consortium) και Coldiretti, με αφορμή τη έναρξη της νέας εμπορικής περιόδου.
Όπως επισημαίνουν, «ο πρώτος κανόνα που εγγυάται ένα ποιοτικό ελαιόλαδο, είναι να προτιμάτε την κατηγορία έξτρα παρθένο. Η προέλευση του προϊόντος πρέπει να αναφέρεται σαφώς στην ετικέτα της φιάλης. Αν είναι ιταλικό θα λέει «ιταλικό ελαιόλαδο» αλλά αν γράφει «ΕΕ και εκτός ΕΕ» θα μπορούσε να προέρχεται από οποιαδήποτε χώρα του κόσμου.
Ένας επιπλέον τρόπος για να διασφαλιστεί η ταυτότητα του προϊόντος ότι είναι ιταλική είναι να επιλέξετε ελαιόλαδα με ονομασία προέλευσης, ΠΟΠ ή ΠΓΕ. Ελαιόλαδο που αναγράφει ιταλική μάρκα δεν ισοδυναμεί με ένα ιταλικό προϊόν, ειδικά αν έχει χαμηλή τιμή.
Όσον αφορά την εστίαση, είναι απαραίτητο να απαιτηθεί από τον καταναλωτή το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο να σερβίρεται συσκευασμένο και σφραγισμένο με ετικέτα».
Τιμές στην Ισπανία
Στην Ισπανία, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία από το σύστημα Poolred, από τις 25 Νοεμβρίου έως την 1η Δεκεμβρίου 2024, η τιμή παραγωγού του έξτρα παρθένου ελαιολάδου ήταν 5.133 ευρώ/τόνο (5,13 ευρώ το κιλό), το παρθένο 4.874 (4,87 ευρώ το κιλό) και το λαμπάντε 4.626 (4,62 ευρώ το κιλό). Καταγράφηκε για το συγκεκριμένο διάστημα εμπορική συναλλαγή ποσότητας 5.992 τόνων ελαιολάδου.
Ιστορικό ρεκόρ εξαγωγών ελαιολάδου, όσον αφορά την αξία, πέτυχε η Ιταλία κατά το πρώτο οκτάμηνο του 2024.
Τα στοιχεία του ιταλικού Εθνικού Ινστιτούτου Στατιστικής (Istat) αναφέρουν μια αύξηση των εξαγωγών, κατά 59%, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2023.
Η αξία των ιταλικών εξαγωγών, για το συγκεκριμένο διάστημα, ξεπέρασε την αξία που καταγράφηκε ολόκληρο το 2023, που έφτανε στα 2 δις ευρώ.
Περίπου το ένα τρίτο των εξαγωγών καταλήγει στην αγορά των ΗΠΑ, που είναι η πρώτη αγορά του ιταλικού ελαιολάδου, ενώ ακολουθούν η Γερμανία και η Γαλλία.
Όσον αφορά την κατανάλωση, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ismea, παρά την αύξηση της τιμής - λόγω της μείωσης της παραγωγής - δεν έχει καταγράψει καμία πτώση στις αγορές.
Πάντως οι Ιταλοί αναφέρουν ότι οι πολυεθνικές θέλουν να μειώσουν, κατά 50%, την αξία του ελαιολάδου τους και αντιδρούν σε αυτό.
«Υπάρχει μια αδικαιολόγητη αύξηση των εισαγωγών από Τυνησία και Τουρκία και άλλες χώρες», καταγγέλλει σε δηλώσεις του ο κ. David Granieri, Αντιπρόεδρος της Coldiretti και Πρόεδρος της Unaprol.
Και προσθέτει: «Οι μεγάλες πολυεθνικές στοχεύουν να μειώσουν στο μισό την τιμή του «πράσινου χρυσού» μας αλλά αυτό εμείς δεν πρόκειται να το αποδεχτούμε. Ένα λάδι που πωλείται σε χαμηλές τιμές δεν είναι ούτε ιταλικό ούτε ποιοτικό. Το ιταλικό εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο πρέπει να διατηρήσει μια ελάχιστη τιμή πλαφόν για να προστατεύσει τους ελαιοπαραγωγούς και τους ελαιοτριβείς, που εγγυώνται την εξαιρετική ποιότητα παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν.
Ενάντια στην απάτη και την κερδοσκοπία, ζητάμε αυστηρούς ελέγχους για την προστασία ενός μοναδικού προϊόντος, πυλώνα της Μεσογειακής Διατροφής και σύμβολου της Ιταλίας στον κόσμο.
Επίσης η αλυσίδα εφοδιασμού πρέπει να δίνει μια δίκαιη τιμή στους ελαιοπαραγωγούς γιατί χωρίς αυτούς, δεν υπάρχει μέλλον για το ιταλικό έξτρα παρθένο ελαιόλαδο».
Σταμάτησε αυτή την εβδομάδα η «πίεση» για πτώση των τιμών στο ελαιόλαδο και φαίνεται να υπάρχει μια αύξηση της ζήτησης. Κάποιοι ελαιοπαραγωγοί πούλησαν για να καλύψουν τα εξοδά τους και τα εργατικά (που είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα), ενώ οι υπόλοιποι το πάνε για αποθήκευση.
Στην Λακωνία ο Αγροτικός Ελαιουργικός Συνεταιρισμός Παπαδιανίκων προχώρησε σε πώληση 3 βυτίων έξτρα παρθένου ελαιόλαδου, εσοδείας 2024/2025, στην τιμή των 6 ευρώ το κιλό.
Θυμίζουμε ότι και στην Κρήτη, πριν λίγες ημέρες, στα 6 ευρώ το κιλό τιμή παραγωγού συμφώνησε ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Ελαιοπαραγωγών Θραψανού στην πώληση ενός βυτίου έξτρα παρθένου ελαιολάδου, εσοδείας 2024/2025 και οξύτητας 0,2.
Στην Μεσσηνία μέχρι πριν μια εβδομάδα είχαμε μια συνεχόμενη καθοδική πορεία των τιμών που έφτασαν στα 4,5 έως και 5 ευρώ. Αυτή την εβδομάδα άρχισε να υπάρχει μια ζήτηση και έγινε προσφορά για τιμή στα 5,20 ευρώ το κιλό.
Στο μεταξύ στην Ισπανία σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία από το σύστημα Poolred, από τις 18 έως τις 24 Νοεμβρίου 2024, η τιμή παραγωγού του έξτρα παρθένου ελαιολάδου ήταν στα 5.225 ευρώ/τόνο (5,22 ευρώ το κιλό), το παρθένο 4.909 (4,90 ευρώ το κιλό) και το λαμπάντε 4.637 ευρώ (4,63 ευρώ το κιλό).
Τα τομεακά προγράμματα ελαιολάδου στην Ελλάδα μετράνε πάνω από 20 χρόνια εμπειρίας, με το πρώτο πρόγραμμα να υλοποιείται το 2003. Παρά τη μακρόχρονη εφαρμογή τους που θα έπρεπε να συνεπάγεται αντίστοιχη διαχειριστική και διοικητική εμπειρία από πλευράς των υπηρεσιακών φορέων εφαρμογής, καμία περίοδος δεν έχει υπάρξει χειρότερη από την τρέχουσα, όπου σημειώθηκε σωρεία παρατυπιών και πασαλειμμάτων υπό την ασφυκτική πίεση χρόνου και το πρόσχημα της μη απώλειας πόρων. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.
Η αρχή του κακού έχει τη ρίζα της στο Στρατηγικό Σχέδιο της νέας ΚΑΠ 2023-2027. Χωρίς να είναι γνωστό πώς, πότε και κυρίως από ποιούς, ως προϋπόθεση για τις Οργανώσεις που υποβάλλουν αίτηση στήριξης στο τομεακό πρόγραμμα ορίστηκε ο κύκλος εργασιών των 800.000€, ποσό αφύσικα υψηλό σε σχέση με τις τιμές ελαιολάδου που επικρατούσαν το έτος έγκρισης του Στρατηγικού Σχεδίου. Εξίσου αφύσικη ήταν η προσθήκη του ελάχιστου κύκλου εργασιών σε ένα ευρωπαϊκό κείμενο Στρατηγικής όταν είναι γνωστό ότι τέτοιες προϋποθέσεις ορίζονται σε εθνικό επίπεδο, ακριβώς για να αποφεύγεται μια περίπλοκη διαδικασία ευρωπαϊκής έγκρισης. Το γεγονός ότι το ποσό των 800.000€ δεν προέκυψε ως αποτέλεσμα κάποιας επίσημης διαβούλευσης ή ακόμα και μελέτης, δημιουργεί υποψίες ότι προστέθηκε τεχνηέντως από λίγες και συγκεκριμένες Οργανώσεις ελαιολάδου που επιθυμούσαν περισσότερη «πίτα» από τα προγράμματα των ΟΕΦ.
Με τη δημοσιοποίηση του Στρατηγικού Σχεδίου άρχισε να γίνεται γνωστό σε όλο και περισσότερους ενδιαφερόμενους ότι το ποσό αυτό θα δημιουργούσε μόνο προβλήματα, αλλά ήταν πλέον αργά. Άπαξ και εγκριθεί το Στρατηγικό Σχέδιο μιας χώρας, οποιαδήποτε αλλαγή – έστω και μικρή – απαιτεί μια πολύπλοκη διαδικασία που διαρκεί σχεδόν 1 έτος. Αποτέλεσμα της αστοχίας και της οργής που προκάλεσε η δημοσιοποίηση του όρου αυτού ήταν να ζητήσει επισήμως η Ελλάδα την απάλειψη του ποσού που η ίδια είχε προτείνει λίγους μήνες νωρίτερα! Όπως ήταν φυσικό το πισωγύρισμα αυτό προκάλεσε μια χρονοβόρα διαδικασία που διήρκησε όλο το 2023 και στην οποία όχι μόνο χάθηκε το 2023 ως έτος υλοποίησης αλλά και 4,85εκ. € που προβλέπονταν για το τομεακό πρόγραμμα, για τα οποία την αποκλειστική ευθύνη φέρει το ΥΠΑΑΤ.
Αλλά δεν ήταν η μόνη ζημιά – με την απώλεια του 2023 χάθηκε και η δυνατότητα από τις Οργανώσεις ελαιολάδου να διεκδικήσουν το 30% του κύκλου εργασιών τους ως αξία επιδότησης, με αποτέλεσμα να εγκριθούν τελικά για μικρότερα προγράμματα. Το τελευταίο μοιάζει λεπτομέρεια αλλά καθώς τα ποσοστά ενισχύσεων βαίνουν κάθε χρόνο μειούμενα η απώλεια του 2023 με το μοναδικά υψηλό ποσοστό ενίσχυσης είχε μεγάλο ειδικό βάρος που δεν πρόκειται να επαναληφθεί τα επόμενα έτη, όπου το ποσοστό ενίσχυσης πέφτει στο 10%.
Αν το 2024 είχε ξεκινήσει ομαλά τίποτα από τα παραπάνω δεν θα είχε μεγάλη σημασία. Όμως φαίνεται ότι η ασυνεννοησία μεταξύ των αρμόδιων αρχών είχε τραγικά αποτελέσματα στην τελική τροποποίηση του Στρατηγικού Σχεδίου. Γιατί μπορεί μεν να αφαιρέθηκε ο περιοριστικός όρος των 800.000€ αλλά δεν εξαλείφθηκε η απαίτηση των προγραμμάτων εργασίας να έχουν ελάχιστο προϋπολογισμό 500.000€. Αυτό σήμαινε ότι ο κύκλος εργασιών των Οργανώσεων Παραγωγών έπρεπε να είναι τουλάχιστον 714.000€ - οπότε το πρόγραμμα των ΟΕΦ κατέληξε πάλι στο ίδιο σημείο που ξεκίνησε το 2023, έχοντας εντωμεταξύ χάσει 4,85εκ. €!
Η νέα δυσφορία προκάλεσε και πάλι καθυστερήσεις και γκρίνια. Μέχρι να δημοσιευθεί το κείμενο της Υπουργικής Απόφασης φτάσαμε στον Ιούλιο του 2024 με βασική οδηγία από το ΥΠΑΑΤ το «τρέχετε να προλάβουμε», μεταθέτοντας την ευθύνη (και φυσικά το τρέξιμο) στις ενδιαφερόμενες Οργανώσεις Παραγωγών. Η πίεση χρόνου έφερε μια σειρά από παρατράγουδα και παρατυπίες, πρωτοφανείς για προγράμματα ΟΕΦ:
- Η πρόσκληση ανακοινώνεται στις 15.07 με καταληκτική ημερομηνία την 30.07! Για την προετοιμασία δηλαδή ενός απαιτητικού επιχειρησιακού προγράμματος, που περιλαμβάνει την καταγραφή αναγκών από τους παραγωγούς, προσφορών, δικαιολογητικών, εγγυητικών από την τράπεζα κλπ. δόθηκε περιθώριο μόλις 15 ημερών - και μάλιστα εν μέσω καλοκαιριού - όταν για πολύ μικρότερα σχέδια βελτίωσης το αντίστοιχο διάστημα ξεπέρασε τους 2 μήνες! Περιττό να αναφερθεί ότι κανένας σοβαρός σχεδιασμός δεν μπορούσε να γίνει με τη λύση που επιλέχθηκε να είναι η κατάθεση πανομοιότυπων επιχειρησιακών προγραμμάτων σε ΟΕΦ με τελείως διαφορετικές ανάγκες.
- Η αξιολόγηση των αιτήσεων έγινε χωρίς γραπτές οδηγίες ή οδηγό αξιολόγησης και επί της ουσίας τα αποτελέσματα διαφοροποιούνταν ανάλογα με τον αξιολογητή! Ενδεικτικό της ασυνεννοησίας και της προχειρότητας ήταν ότι δύο μέλη από τις επιτροπές αξιολόγησης παραιτήθηκαν/άλλαξαν εν μέσω της διαδικασίας. Σε οργανώσεις εγκρίνονταν δαπάνες που ίδιες σε άλλη οργάνωση απορρίπτονταν. Η αιτιολόγηση για τις περικοπές ήταν ολιγόλογη και ασαφής. Δαπάνες που εγκρίνονταν στην αιτιολόγηση εμφανίζονταν κομμένες στον προϋπολογισμό του προγράμματος και αντίστροφα. Ειδικά η αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων των φορέων που συμμετείχαν ήταν αόριστη και γενική καθώς φαίνεται ότι Οργανώσεις που δεν είχαν καμιά φερεγγυότητα ούτε τρόπο κάλυψης της ιδίας συμμετοχής τους τελικά εγκρίθηκαν!
- Το σημαντικότερο δε αγκάθι της διαδικασίας, που συνιστά όχι μόνο παράβαση σε σχέση με τις απαιτήσεις που ορίζουν οι Κοινοτικοί Κανονισμοί αλλά και κατάφωρη αδικία για πολλές Οργανώσεις Παραγωγών, ήταν ότι το ποσό της ενίσχυσης καθορίστηκε όχι με βάση την αξία της παραγωγής που εμπορεύεται μια οργάνωση παραγωγών αλλά με βάση την αξία που εμπορεύονται τα μέλη της. Ο βασικός λόγος που θεσπίζονται τα τομεακά προγράμματα είναι για να επιδοτούνται οι δράσεις τους και να ενδυναμώνεται η θέση των Οργανώσεων Παραγωγών με βάση τον κύκλο εργασιών που καταφέρνουν να συγκεντρώνουν και να εμπορεύονται στην αγορά. Τα τομεακά προγράμματα των οπωροκηπευτικών βασίζονται σε αυτή ακριβώς την αρχή επιβράβευσης και για αυτό και χαρακτηρίζονται τόσο πετυχημένα. Αν τα επιχειρησιακά προγράμματα των ΟΕΦ βασίζονται στις πωλήσεις των μελών τους ποιος ο λόγος ύπαρξης των Οργανώσεων Παραγωγών και γιατί να τους επιχορηγείται το πρόγραμμα;
- Για τις Οργανώσεις που απορρίφθηκε το επιχειρησιακό τους πρόγραμμα δεν εκδόθηκαν ποτέ διοικητικές πράξεις απόρριψης, όπως προβλέπεται από το θεσμικό πλαίσιο. Επί της ουσίας τα προγράμματα που απορρίφθηκαν δεν είχαν σαφή αιτιολογία με αποτέλεσμα οι ενδιαφερόμενοι να μην γνωρίζουν τον ακριβή λόγο απόρριψης, μια σοβαρότατη παρατυπία της διαδικασίας.
- Το περιθώριο ενστάσεων που δόθηκε ήταν κυριολεκτικά εντός ενός σαββατοκύριακου, ενώ το διάστημα των τριών ημερών για την αξιολόγησή τους σήμαινε ότι πρακτικά δεν ήταν δυνατό να γίνει αξιολόγηση. Η διαδικασία ήταν τυπική, γιατί προβλέπεται από το θεσμικό πλαίσιο να υπάρχει, αλλά δεν υπήρχε καμιά αναφορά στην αξιολόγηση των ενστάσεων ούτε δημοσιεύτηκε κάποια απόφαση για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης. Όπου έγινε, έγινε εν κρυπτώ και για συγκεκριμένα προγράμματα. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αυτής αντικαταστάθηκε και η προϊσταμένη του τμήματος Ελαίας από την επιτροπή αξιολόγησης και, ως φαίνεται μετακινήθηκε εν τέλει και σε τελείως διαφορετικό αντικείμενο!
Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας η γεωγραφική κατανομή των αποτελεσμάτων μοιάζει περίεργη. Μόνο η Λακωνία με μόλις 17 Οργανώσεις Παραγωγών συγκεντρώνει το 40,3% του συνολικού προϋπολογισμού των προγραμμάτων όταν το δεύτερο στη σειρά Ηράκλειο, με 12 Οργανώσεις Παραγωγών, απορροφά μόλις το 14,6%. Τα στοιχεία αυτά δεν συνάδουν ούτε με την παραγωγή ελαιολάδου της περιόδου αναφοράς (αφού για την περίοδο 2022-2023 η Λακωνία δεν είχε το 40,3% της παραγόμενης ποσότητας ελαιολάδου στην Ελλάδα) ούτε και η παραγωγή της έχει ξεπεράσει ποτέ κατά 3 φορές αυτής του Ηρακλείου.
Στο σημείο που έχουμε φτάσει οι Οργανώσεις τρέχουν να προλάβουν την υλοποίηση του 1ου έτους και να υλοποιήσουν φυσικό και οικονομικό αντικείμενο μέχρι… το τέλος Δεκεμβρίου. Ο στόχος είναι ανέφικτος αλλά κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τις Οργανώσεις για αυτό. Άλλωστε στη χώρα όπου σημασία έχει η απορρόφηση και όχι η αποτελεσματικότητα των έργων η προστιθέμενη αξία των τομεακών προγραμμάτων ελαιολάδου ήταν σταθερά χαμηλή. Φαίνεται ότι η τρέχουσα τετραετία δεν θα αποτελέσει εξαίρεση.
Στα 6 ευρώ το κιλό τιμή παραγωγού συμφώνησε ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Ελαιοπαραγωγών Θραψανού στην πώληση ενός βυτίου έξτρα παρθένου ελαιολάδου, εσοδείας 2024/2025 και οξύτητας 0,2.
Όπως τόνισε στον ΑγροΤύπο ο κ. Μανώλης Λιπαράκης, πρόεδρος Αγροτικού Συνεταιρισμού Ελαιοπαραγωγών Θραψανού, «είναι η πρώτη πώληση ελαιολάδου που κάνουμε την φετινή περίοδο.
Στην περιοχή παράγουμε το ελαιόλαδο ΠΟΠ Θραψανό «Λαΐνι» αποκλειστικά από τους ελαιώνες του χωριού, που βρίσκεται στο Δήμο Μινώα Πεδιάδoς του νομού Ηρακλείου.
Ο συνεταιρισμός έχει ελαιοτριβείο και τυποποιητήριο και κάνουμε εξαγωγές απευθείας στην Ιταλία. Κάνουμε κοινή άλεση και μέσα σε μια ωρα από την στιγμή που θα φέρει ο παραγωγός τον καρπό του γίνεται η ελαιοποίηση.
Φέτος λόγω των καιρικών συνθηκών οι ξηρικοί ελαιώνες είχαν μειωμένη παραγωγή αλλά καλή ποιότητα. Στους αρδευόμενους όμως παρά την ξηρασία έχουμε πολύ καλές αποδόσεις.
Η συγκομιδή στην περιοχή ξεκίνησε από τις 29 Οκτωβρίου και μέχρι στιγμής έχουμε φτάσει στο 30% της ελαιοπαραγωγής.
Ήδη στις αποθήκες του συνεταιρισμού έχουμε φέτος 150 τόνους ελαιολάδου και υπολογίζουμε μέχρι την ολοκλήρωση της συγκομιδής να φτάσουμε τους 500 τόνους, ποσότητα που θεωρώ ότι είναι καλή για τα δεδομένα της φετινής χρονιάς».
Στο μεταξύ μετά την φημολογία για απότομη και μεγάλη πτώση των τιμών, που ξεκίνησε από τον περασμένο Μάιο, με τη δικαιολογία της μειωμένης ζήτησης και της υπερπροσφοράς, φαίνεται οι τιμές στην χώρα μας να έχουν σταθεροποιηθεί.
Υπήρξε μια «πίεση» στους ελαιοπαραγωγούς στην αρχή της συγκομιδής για να πουλήσουν σε χαμηλή τιμή ώστε να καλύψουν τα εργατικά έξοδα, με τα μεροκάματα να φτάνουν ακόμη και στα 60 ευρώ.
Όταν ολοκληρωθεί η συγκομιδή και κλείσουν τα ελαιοτριβεία υπάρχει η εκτίμηση για μια αυξητική τάση των τιμών, που βέβαια δεν θα φτάνουν στα περσινά επίπεδα αλλά δεν θα είναι και κάτω του κόστους καλλιέργειας.
Τα 5 ευρώ θα αποτελέσουν την βάση και θα δούμε πως θα διαμορφωθούν οι τιμές μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων.