Η εξαιρετική φετινή συγκομιδή ελαιολάδου στην Τυνησία, σε συνδυασμό με τις δυσκολίες (λόγω δασμών) στην εξαγωγή χύμα στις Ηνωμένες Πολιτείες, οδήγησε την κυβέρνηση της χώρας να αναλάβει μέτρα, με στόχο τη σταθεροποίηση των τιμών αλλά και την προώθηση στις διεθνείς αγορές του έξτρα παρθένου ελαιολάδου της.
Οι τυνησιακές αρχές ανακοίνωσαν ότι αναμένουν να επιτύχουν φέτος ρεκόρ παραγωγής ελαιολάδου, περίπου 500.000 τόνων, κατά τη διάρκεια της φετινής περιόδου συγκομιδής (2025/2026), με μια αύξηση, κατά 50%, σε σύγκριση με την περσινή περίοδο.
Τα Υπουργεία Γεωργίας, Υδάτινων Πόρων και Αλιείας, καθώς και Εμπορίου και Ανάπτυξης Εξαγωγών, ανακοίνωσαν, την Τρίτη (23/12), τον καθορισμό τιμής αναφοράς για την εμπορία ελαιολάδου στα ελαιοτριβεία στην αξία των 10 δηναρίων, που ισοδυναμούν με 2,93 ευρώ το κιλό, για την περίοδο 2025-2026.
Σύμφωνα με το Υπουργείο Γεωργίας, η τιμή αυτή θα ενημερώνεται εβδομαδιαίως και όποτε είναι απαραίτητο, λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέροντα ιδίως των μικρών ελαιοπαραγωγών. Ωστόσο αυτή η απόφαση έχει προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις από την πλευρά των ελαιοπαραγωγών της χώρας, που τονίζουν ότι είναι μια τιμή σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Να σημειωθεί ότι το τυνησιακό έξτρα παρθένο ελαιόλαδο διαπραγματεύεται αυτή την περίοδο στα 3,40 ευρώ το κιλό αλλά έχουμε και περιπτώσεις που πωλήθηκε στα 3,02 ευρώ το κιλό.
Η τιμή αναφοράς στα 2,93 ευρώ το κιλό θα μπορούσε αναμφίβολα να έχει σημαντικό αντίκτυπο σε άλλες χώρες παραγωγής, όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Ελλάδα, οι οποίες θα «πιεστούν» από την προσφορά της Τυνησίας σε αυτή την τιμή.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι όταν ανακοινώθηκαν οι προβλέψεις για την αυξημένη φετινή παραγωγή, η μέση τιμή του τυνησιακού ελαιολάδου κατέγραψε απότομη πτώση (Σεπτέμβριο του 2025), κατά 46,2% σε σχέση με τα περσινά επίπεδα, φτάνοντας τα 9,28 δηνάρια ανά κιλό (περίπου 2,73 ευρώ), σε σύγκριση με 17,9 δηνάρια (περίπου 5,27 ευρώ) που ήταν τον ίδιο μήνα του 2024.
Σύμφωνα με στοιχεία του Εθνικού Γεωργικού Παρατηρητηρίου της χώρας, οι εξαγωγές ελαιολάδου της Τυνησίας έφτασαν τους 288,6 χιλιάδες τόνους κατά τους πρώτους έντεκα μήνες της περιόδου 2024-2025 (από Νοέμβριο 2024 έως Σεπτέμβριο 2025), σε σύγκριση με 190,1 χιλιάδες τόνους κατά την ίδια περίοδο της προηγούμενης σεζόν, σημειώνοντας αύξηση 41,3%.
Η πλειονότητα του εξαγόμενου ελαιολάδου διατέθηκε για το συγκεκριμένο διάστημα στο εμπόριο χύμα, αντιπροσωπεύοντας το 84,9% των συνολικών εξαγωγών, ενώ το συσκευασμένο αντιπροσώπευε το 15,1%, παρουσιάζοντας αύξηση 13,9%, σε σχέση με την περίοδο 2023-2024.
Παρά τη σημαντική αυτή αύξηση του όγκου, τα έσοδα από τις εξαγωγές κατέγραψαν αξιοσημείωτη μείωση της αξίας τους. Μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου 2025, τα έσοδα ανήλθαν σε περίπου 3,6 δισεκατομμύρια δηνάρια (1,06 δισεκατομμύρια ευρώ), σε σύγκριση με 5,024 δισεκατομμύρια δηνάρια (1,48 δισεκατομμύρια ευρώ) κατά την ίδια περίοδο της προηγούμενης σεζόν, αντιπροσωπεύοντας μια μείωση κατά 28,4%.
Η Ισπανία είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας τυνησιακού ελαιολάδου με μερίδιο 26,7%, ακολουθούμενη από την Ιταλία με 26,4% και τις Ηνωμένες Πολιτείες με 19,3%.