Στα προβλήματα, που αναφέραμε σε άρθρο στον ΑγροΤύπο, για την επικαιροποίηση του Ελαιοκομικού Μητρώου, αναφέρεται σε επιστολή της η ΠΟΓΕΔΥ προς την ηγεσία του ΥπΑΑΤ.
Όπως υποστηρίζει πρόκειται για μια απόφαση που, αν δεν ανακληθεί, κινδυνεύει να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα απ’ όσα υποτίθεται πως έρχεται να λύσει.
Και προσθέτει: «Τα πρόσφατα δυσάρεστα γεγονότα με τον ΟΠΕΚΕΠΕ, το ΟΣΔΕ, τα βοσκοτόπια και όσα σταδιακά αποκαλύπτονται, επιβεβαιώνουν αυτό που εδώ και καιρό η Ομοσπονδία μας καταγγέλλει: ότι οι παρεμβάσεις μας σε θεσμικά και υπηρεσιακά ζητήματα δεν ήταν ούτε υπερβολικές ούτε άκαιρες, ήταν αναγκαίες και, δυστυχώς, πλήρως επιβεβαιωμένες από την ίδια την πραγματικότητα. Όσοι τότε σιώπησαν ή αδιαφόρησαν, σήμερα οφείλουν να αναλογιστούν το κόστος της απραξίας.
Με την παρούσα επιστολή, οφείλουμε να σας προειδοποιήσουμε άμεσα για ακόμη ένα σοβαρό υπηρεσιακό λάθος που βρίσκεται ήδη «εν τη γενέσει του». Αναφερόμαστε στη σχετική Υπουργική Απόφαση με αριθμό 77979/21-3-2025, την οποία συνυπογράφετε, και η οποία επιχειρεί - με προχειρότητα, χωρίς επαρκή διάλογο και με βεβιασμένες κινήσεις - την «νεκρανάσταση» του Ελαιοκομικού Μητρώου.
Ειλικρινά, αδυνατούμε να κατανοήσουμε πώς είναι δυνατόν να υπήρξε υπηρεσιακός παράγοντας που να λειτούργησε ως «ιθύνων νους» και να εισηγήθηκε αυτό το γραφειοκρατικό τερατούργημα. Η μόνη εύλογη εξήγηση είναι ότι πρόκειται για πρόσωπο χωρίς καμία εμπειρία με το αντικείμενο, που - αφού του ανατέθηκε ένα έργο - περιορίστηκε σε μια επιφανειακή ανάγνωση της υφιστάμενης νομοθεσίας και κατέληξε σε μια στεγνή, τεχνική πρόταση, αποκομμένη από την υπηρεσιακή και αγροτική πραγματικότητα της χώρας. Εναλλακτικά, δεν αποκλείουμε το ενδεχόμενο να δόθηκε κάποια «άνωθεν» οδηγία προς αυτή την κατεύθυνση, της οποίας τη σκοπιμότητα και λογική δυσκολευόμαστε να αντιληφθούμε.
Για ακόμη μία φορά, το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων απέδειξε πως λειτουργεί αποκομμένο από τις πρώην αποκεντρωμένες υπηρεσίες του, την αγροτική περιφέρεια και τις πραγματικές της ανάγκες. Χωρίς κανέναν ουσιαστικό διάλογο ή διαβούλευση με τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες ανά τη χώρα, αποφάσισε και επέβαλε ένα εξαιρετικά περίπλοκο, δαιδαλώδες σύστημα, αγνοώντας πλήρως τις επιχειρησιακές δυνατότητες και τις ιδιαιτερότητες της κάθε Περιφέρειας. Αναφερόμαστε, φυσικά, στις Γενικές Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και στις Δ.Α.Ο./Δ.Α.Ο.Κ. - ή όπως έχουν επιλέξει να τις «βαφτίζουν» οι κατά τόπους Περιφερειάρχες - που καλούνται τώρα να εφαρμόσουν σχέδια που καταρτίστηκαν ερήμην τους.
Εν κατακλείδι, το ΥπΑΑΤ, αντί να λειτουργήσει ως πυλώνας στήριξης της αγροτικής παραγωγής, λειτούργησε σαν τεχνοκρατική μονάδα συγγραφής εγχειριδίων για «αρχάριους της επαρχίας».
Σε ό,τι αφορά την ουσία αλλά και την ιστορία του περιβόητου «Ελαιοκομικού Μητρώου», οφείλουμε να σας υπενθυμίσουμε ότι πρόκειται για μια παλαιά, θολή και προβληματική υπόθεση που κρατά από τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Τότε που οι κάθε λογής «ανάδοχοι», διότι, όπως φαίνεται, στην Ελλάδα όπου και να σηκώσεις πέτρα, ανάδοχο θα βρεις από κάτω - παρέδωσαν στις τότε Διευθύνσεις Γεωργίας των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων ένα χάος: κούτες επί κουτών με ορθοφωτογραφίες, ακατάληπτα πρακτικά, ασάφειες, τεράστια κενά και λανθασμένα στοιχεία.
Ο τύπος της εποχής ανέδειξε μάλιστα τραγελαφικές καταστάσεις: εμβληματικό παράδειγμα η πλήρως λανθασμένη χαρτογράφηση του ελαιώνα της Κέρκυρας, πατρίδας, σημειωτέον, Υπουργού Γεωργίας της εποχής εκείνης, με ποσοστά αστοχίας που άγγιζαν ή και ξεπερνούσαν το 90%. Και ποιοι κλήθηκαν να θεραπεύσουν αυτή την τραγική κατάσταση; Οι συνάδελφοι γεωπόνοι και τεχνολόγοι γεωπονίας των υπηρεσιών, οι οποίοι τα επόμενα χρόνια έτρεχαν στα βουνά και στα λαγκάδια - συνοδεία παραγωγών - προσπαθώντας να επιβεβαιώσουν ή να διαψεύσουν επί τόπου αυτά τα στοιχεία. Πολλοί από εμάς, νέοι τότε υπάλληλοι, θυμόμαστε ακόμη με απογοήτευση εκείνη την πραγματικότητα: ελάχιστα από όσα μας παραδόθηκαν ανταποκρινόταν στα πραγματικά δεδομένα. Οι ιστορίες που οι ντόπιοι μας έλεγαν για το πως συγκεντρώθηκαν τα στοιχεία από τους αναδόχους μέσα σε καφενεία και από παντελώς απαίδευτους καταγραφείς θα μπορούσαν να γεμίσουν τόμους.
Τα χρόνια πέρασαν. Σε περιοχές με λίγα ελαιοτεμάχια, υπήρξε κάποια σχετική πρόοδος, αλλά το μητρώο παραμένει ελλιπές, καθώς δεν δηλώνονται εγκαίρως νέες φυτεύσεις ή μεταβολές λόγω κληρονομιάς ή αγοραπωλησιών.
Όμως στις πραγματικά ελαιοπαραγωγικές περιοχές - εκεί όπου υπάρχουν εκατομμύρια δέντρα και εκατοντάδες χιλιάδες τεμάχια - το ελαιοκομικό απλώς εγκαταλείφθηκε, γιατί ήταν πρακτικά αδύνατο να διορθωθεί. Λέσβος, Μεσσηνία, Κρήτη, Χαλκιδική, Επτάνησα και σχεδόν όλες οι άλλες μεγάλες ελαιοπαραγωγικές Περιφερειακές Ενότητες δεν απέκτησαν ποτέ ένα μητρώο - λειτουργικό εργαλείο.
Για του λόγου το αληθές, αρκεί να αναφέρουμε πως η Χαλκιδική εκτιμάται ότι έχει πάνω από 7 εκατομμύρια ελαιόδεντρα και η Κέρκυρα πάνω από 4 εκατομμύρια, σε έκταση περίπου 300.000 στρεμμάτων - και όμως, οι αριθμοί στο Μητρώο δεν συμφωνούν ούτε κατ’ ελάχιστο με το ΟΣΔΕ. Για άλλες περιοχές, όπως η Λέσβος ή η Κρήτη, οι αριθμοί προκαλούν ίλιγγο.
Κατά συνέπεια, το Ελαιοκομικό Μητρώο, όπως υφίσταται σήμερα, δεν είναι ούτε επικαιροποιημένο, ούτε διασταυρωμένο, ούτε φυσικά ολοκληρωμένο. Από τη στιγμή που δεν υπήρξε ποτέ σαφής νομική υποχρέωση, ούτε κάποιο αποτρεπτικό μέτρο ή κύρωση για τη μη τήρησή του - σε αντίθεση, για παράδειγμα, με το Αμπελουργικό Μητρώο και τις οινοποιήσιμες ποικιλίες - οι ίδιοι οι ελαιοπαραγωγοί, εύλογα, δεν επέδειξαν κανένα ουσιαστικό ενδιαφέρον για την ενημέρωσή του.
Το αποτέλεσμα είναι τραγικά προβλέψιμο: τεράστια κενά σε νέα φυτεύσεις, μεταβιβάσεις, κληρονομιές και κάθε είδους μεταβολή. Ακόμη και στις λιγοστές περιπτώσεις όπου επιχειρήθηκε επικαιροποίηση, διαπιστώνεται πλήρης αναξιοπιστία ως προς τα βασικά μεγέθη: ούτε ο αριθμός των δέντρων ούτε οι εκτάσεις των ελαιοτεμαχίων που είχαν αρχικά δηλωθεί αντιστοιχούν στην πραγματικότητα.
Ως εκ τούτου, είναι σαφές ότι το υφιστάμενο Μητρώο δεν αποτυπώνει την πραγματική εικόνα σχεδόν καμίας Περιφερειακής Ενότητας της χώρας και, επομένως, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποτελέσει λειτουργική βάση για την εφαρμογή της σχετικής Υπουργικής Απόφασης. Το να επιχειρείται κάτι τέτοιο συνιστά διοικητικό ατόπημα με βέβαιη κατάληξη την αποτυχία.
Πέραν όλων των παραπάνω, η διαδικασία που προβλέπει η Υ.Α. (παρ. 3 και 5) για τη διενέργεια των επιτόπιων ελέγχων μέσω τριμελών επιτροπών δεν είναι απλώς εκτός πραγματικότητας — είναι σαν να αφορά άλλη χώρα, με άλλες υποδομές και άλλες δημόσιες υπηρεσίες. Μία χώρα όπου οι υπηρεσίες είναι πλήρως στελεχωμένες με γεωπόνους, τεχνολόγους γεωπονίας και μηχανικούς, εξοπλισμένους με επαγγελματικές συσκευές GPS, GIS και σύγχρονα μέσα μέτρησης εκτάσεων. Όχι τη δική μας πραγματικότητα, όπου οι περισσότεροι συνάδελφοι αναγκαζόμαστε να χρησιμοποιούμε ερασιτεχνικές «free» εφαρμογές στα κινητά μας τηλέφωνα για να κάνουμε τον εντοπισμό και τις μετρήσεις.
Αν σε αυτό προσθέσει κανείς και την παντελή έλλειψη υπηρεσιακών οχημάτων, ή έστω στοιχειωδώς κατάλληλων μέσων μετακίνησης, τότε είναι να απορεί κανείς με το πώς φαντάζονται ότι θα προσεγγιστούν τα δύσβατα, ορεινά και ημιορεινά ελαιοτεμάχια της Θάσου, του Ρεθύμνου, της Κεφαλονιάς, της Αρκαδίας και δεκάδων άλλων περιοχών.
Εκτός εάν υπάρχει η λανθασμένη εντύπωση ότι οι επιτόπιοι έλεγχοι μπορούν να γίνονται εξ αποστάσεως, μέσω δορυφόρου ή τηλεδιάσκεψης...Άλλο πράγμα είναι η τηλεπισκόπηση και άλλο πράγμα ο επιτόπιος έλεγχος!
Για να καταλάβει κανείς σε ποιο ακριβώς σύστημα διοίκησης νομίζει ότι απευθύνεται η συγκεκριμένη Υπουργική Απόφαση, αρκεί να δούμε την καθημερινότητα ενός τυπικού Τμήματος Φυτικής & Ζωικής Παραγωγής σε μία ελαιοπαραγωγική ΔΑΟΚ: Πρόκειται για υπηρεσίες που έχουν επιφορτιστεί, εδώ και χρόνια, με ένα απίστευτο εύρος αρμοδιοτήτων, από τους Νέους Γεωργούς, τα Σχέδια Βελτίωσης, τη Μεταποίηση και τα Γεωργοπεριβαλλοντικά, έως την Εκμηχάνιση, τις Άδειες Γεωργικών Μηχανημάτων, τη Βιολογική Γεωργία, τη Μελισσοκομία, τις Ομάδες Παραγωγών, την αγροτική γη, τη συμμετοχή σε επιτροπές για χωροταξία και περιβάλλον, διαγωνισμούς και δεκάδες άλλες παράλληλες δράσεις.
Παρ’ όλα αυτά, η ίδια υπηρεσία καλείται – με μια απίστευτη ελαφρότητα από το Υπουργείο – να ξεκινήσει στο χαλαρό, όπως λένε σκωπτικά οι βορειοελλαδίτες συνάδελφοι, ελέγχους για εκατομμύρια ελαιόδεντρα, χιλιάδες παραγωγούς και εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα. Με πόσους υπαλλήλους; Μετρημένους στα δάχτυλα. Με ποια μέσα; Συνήθως με τα προσωπικά τους Ι.Χ. και πιθανόν και με τα κινητάτους με τις δωρεάν εφαρμογές GPS.
Πρόκειται για την πιο χαρακτηριστική απόδειξη του πόσο αποκομμένη από την περιφερειακή και πραγματική διοίκηση είναι η κεντρική πολιτική ηγεσία του ΥπΑΑΤ. Ένα υπουργείο που, αντί να στηρίξει, συνεχίζει να απαξιώνει συνειδητά τις περιφερειακές γεωτεχνικές υπηρεσίες της χώρας, φορτώνοντάς τους συνεχώς ανέφικτα ελεγκτικά καθήκοντα χωρίς προσωπικό, χωρίς εξοπλισμό και χωρίς καν την ελάχιστη διαβούλευση, ενώ από την άλλη τους έχει αφαιρέσει ουσιαστικά προγράμματα ανάπτυξης και ποιοτικής αναβάθμισης της γεωργίας, όπως η βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία. Αν δεν είναι αυτός θεσμικός εμπαιγμός, τότε τι είναι;».
Διαβάστε την συνέχεια (πατήστε εδώ)