Ο ελληνικός γεωργικός τομέας αντιμετωπίζει ενδογενείς προκλήσεις, όπως η γήρανση του πληθυσμού, η αστικοποίηση και η έλλειψη εργατών, αλλά και εξωγενείς, όπως η κλιματική αλλαγή, οι δασμοί και οι πολεμικές συγκρούσεις που διαταράσσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού. Σε αυτό το περιβάλλον αβεβαιότητας, οι Έλληνες παραγωγοί καλούνται να ανταγωνιστούν χώρες με χαμηλότερο κόστος και πρόσβαση σε μεγαλύτερες αγορές, αυξάνοντας την ανταγωνιστικότητά τους μέσω βελτίωσης της ποσότητας και ποιότητας των προϊόντων, με ταυτόχρονη μείωση του κόστους παραγωγής.
Η «Έξυπνη Γεωργία» δεν αποτελεί πλέον μελλοντική τάση, αλλά μια πραγματικότητα που διαμορφώνει ήδη τη νέα εποχή της αγροτικής παραγωγής. Η αξιοποίηση δεδομένων, αισθητήρων, τεχνητής νοημοσύνης και συστημάτων λήψης αποφάσεων μεταμορφώνει τη διαδικασία παραγωγής, καθιστώντας τη πιο αποδοτική και βιώσιμη. Ο Δρ. Ευάγγελος Αναστασίου, Επίκουρος Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, αναλύει την πορεία της Ελλάδας προς τη Smart Agriculture, τα εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν και τις προϋποθέσεις για μια ουσιαστική μετάβαση στη νέα ψηφιακή εποχή της γεωργίας.
Τι είναι η Έξυπνη Γεωργία
Η Έξυπνη Γεωργία είναι μια πρακτική που επιτρέπει τη βέλτιστη λήψη αποφάσεων στην παραγωγή, αξιοποιώντας δεδομένα από αισθητήρες όπως πολυφασματικές κάμερες, έξυπνες παγίδες, μετεωρολογικούς σταθμούς και αισθητήρες εδάφους ή φυλλώματος, οι οποίοι βρίσκονται σε δορυφόρους, μη επανδρωμένα μέσα ή σταθερά σημεία. Τα δεδομένα αυτά αναλύονται με εργαλεία όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η μηχανική όραση, τα γεωγραφικά πληροφοριακά συστήματα και τα συστήματα υποστήριξης λήψης αποφάσεων, ώστε να καθοδηγούν τον παραγωγό στη βέλτιστη επιλογή και εφαρμογή πρακτικών.
Μέσω αυτών των τεχνολογιών, οι παραγωγοί μπορούν να χρησιμοποιούν χάρτες μεταβλητών δόσεων για λιπάσματα, φυτοπροστατευτικά, νερό ή καύσιμα, αλλά και αισθητήρες συνδεδεμένους με μηχανήματα ή μη επανδρωμένα οχήματα για αυτόνομη οδήγηση και άμεση εφαρμογή εισροών. Συστήματα πρόβλεψης εχθρών και ασθενειών επιτρέπουν την έγκαιρη προστασία των καλλιεργειών, ενώ τα δορυφορικά δεδομένα διευκολύνουν την ακριβή εκτέλεση εργασιών, τη συντήρηση μηχανημάτων και την επιλεκτική συγκομιδή.
Τα οφέλη είναι πολλαπλά. Οικονομικά, μειώνεται το κόστος παραγωγής και βελτιώνεται η αξία των προϊόντων. Περιβαλλοντικά, περιορίζονται οι εκπομπές αερίων και η κατανάλωση εισροών. Κοινωνικά, ενισχύεται η ποιότητα ζωής των παραγωγών και η διατροφική ασφάλεια, συμβάλλοντας στον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Οι πρώτες εφαρμογές και η πρόοδος στην Ελλάδα
Τα τελευταία χρόνια καταγράφεται σταδιακή υιοθέτηση νέων τεχνολογιών από τους Έλληνες παραγωγούς. Ενδεικτικά παραδείγματα αποτελούν η χρήση μη επανδρωμένων αεροχημάτων για ψεκασμούς σε ορυζώνες, συστημάτων μηχανικής όρασης για εφαρμογή εισροών με μεταβλητές δόσεις, δορυφορικών συστημάτων για οδήγηση ακριβείας και μετεωρολογικών σταθμών για έγκαιρη εκτέλεση εργασιών. Παράλληλα, ελληνικές εταιρείες έχουν αναπτύξει λογισμικό και εξοπλισμό με σημαντική παρουσία στην εγχώρια και διεθνή αγορά.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η συμβολή των ελληνικών πανεπιστημίων, όπως το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, που τα τελευταία 15 χρόνια διεξάγουν έρευνα σε συνεργασία με δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, ενισχύοντας την υιοθέτηση λύσεων και τη μεταφορά γνώσης στους παραγωγούς. Επιπλέον, η πολιτεία έχει στηρίξει την εισαγωγή της Έξυπνης Γεωργίας μέσω επιδοτήσεων για την αγορά εξοπλισμού, ενώ το εθνικό πρόγραμμα μικροδορυφόρων αναμένεται να ενισχύσει περαιτέρω τη χρήση δορυφορικών υπηρεσιών στον αγροτικό τομέα.
Τα εμπόδια στην υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών
Η υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών από τους Έλληνες παραγωγούς παραμένει περιορισμένη λόγω σειράς παραγόντων. Έρευνες σε εθνικό και διεθνές επίπεδο επισημαίνουν τη μεγάλη ηλικία του αγροτικού πληθυσμού, τον ψηφιακό αναλφαβητισμό, το υψηλό κόστος, την έλλειψη ενδιαφέροντος και την ανάγκη για εκπαίδευση και τεχνική υποστήριξη. Επιπλέον, ζητήματα όπως η ιδιοκτησία των δεδομένων και η κυβερνοασφάλεια αποτελούν νέες προκλήσεις που απαιτούν άμεση διαχείριση.
Η αντιμετώπιση αυτών των εμποδίων προϋποθέτει γεφύρωση του χάσματος μεταξύ έρευνας και πράξης. Η μεταφορά γνώσης από πανεπιστήμια, ερευνητικούς φορείς και παρόχους τεχνολογίας προς παραγωγούς και στελέχη της αγροδιατροφικής αλυσίδας είναι καθοριστική. Η ευρωπαϊκή εμπειρία δείχνει ότι οι επιχειρησιακές ομάδες που συνδέουν έρευνα, τεχνολογία και παραγωγή ενισχύουν την υιοθέτηση και προσαρμογή καινοτόμων λύσεων στις εθνικές και τοπικές συνθήκες.
Οι συμπράξεις δεν πρέπει να εξαρτώνται μόνο από τη δημόσια χρηματοδότηση. Πανεπιστήμια και ερευνητικοί φορείς μπορούν, σε συνεργασία με περιφέρειες και δήμους, να δημιουργούν γραφεία μεταφοράς γνώσης, ενώ η ίδρυση συνεταιριστικών ή ιδιωτικών πειραματικών σταθμών μπορεί να προωθήσει πιλοτικές εφαρμογές και διάχυση τεχνογνωσίας.
Προϋποθέσεις για την επόμενη μέρα
Η ευρεία υιοθέτηση της Έξυπνης Γεωργίας προϋποθέτει υποστήριξη από άτομα που κατανοούν τις τεχνολογίες και ανανεώνουν διαρκώς τις γνώσεις τους, όπως οι απόφοιτοι γεωπονικών σχολών με εξειδίκευση στη Γεωργική Μηχανική, που μπορούν να δραστηριοποιούνται ως σύμβουλοι ή στελέχη συνεταιρισμών και αγροδιατροφικών επιχειρήσεων.
Απαραίτητες είναι επίσης οι συντονισμένες δράσεις σε πολλαπλά επίπεδα: συνεχής εκπαίδευση παραγωγών και στελεχών μέσω σεμιναρίων, αξιόπιστη τεχνική υποστήριξη από παρόχους τεχνολογίας και ενίσχυση συνεργασιών μεταξύ συνεταιρισμών, επιχειρήσεων και ερευνητικών φορέων, ακόμη και μέσω ιδιωτικής χρηματοδότησης.
Η πολιτεία, τέλος, οφείλει να εξασφαλίσει σταθερό πλαίσιο πολιτικών που θα ενθαρρύνουν την υιοθέτηση των τεχνολογιών, με επιδοτήσεις εξοπλισμού, χρηματοδότηση ερευνητικών έργων, διασφάλιση της ιδιοκτησίας των δεδομένων και προώθηση συνεργειών δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Με αυτόν τον τρόπο, η ελληνική γεωργία μπορεί να γίνει πιο ανθεκτική, καινοτόμα και ανταγωνιστική.
Προς μια πιο ανθεκτική και καινοτόμα ελληνική γεωργία
Η μετάβαση στην έξυπνη γεωργία (Smart Agriculture) δεν είναι μόνο τεχνολογική, αλλά βαθιά εκπαιδευτική και συνεργατική. Με συντονισμένες προσπάθειες από επιστήμονες, παραγωγούς, επιχειρήσεις και πολιτεία, η ελληνική γεωργία μπορεί να αποκτήσει το δυναμισμό και την ανθεκτικότητα που απαιτεί η εποχή.














































