Η ΕΕ αναβάλλει την εμπορική συμφωνία της Mercosur μέχρι τον Ιανουάριο εν μέσω διαμαρτυριών των αγροτών και της αντίθεσης από τη Γαλλία και την Ιταλία.
Η επικεφαλής εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Πάουλα Πίνιο, επιβεβαίωσε την Πέμπτη (18/12) ότι η υπογραφή της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ της ΕΕ και του νοτιοαμερικανικού μπλοκ χωρών της Mercosur θα αναβληθεί μέχρι τον Ιανουάριο.
Η πρόεδρος της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αναμενόταν να ταξιδέψει στη Βραζιλία το Σάββατο για να υπογράψει τη συμφωνία, αλλά χρειαζόταν την υποστήριξη της ευρείας πλειοψηφίας των μελών της ΕΕ, κάτι που τελικά δεν έγινε.
Η συμφωνία, η οποία προβλέπει την κατάργηση των δασμών σχεδόν σε όλα τα προϊόντα που διακινούνται μεταξύ της ΕΕ και πέντε χωρών της Mercosur σε βάθος 15 ετών, αντιμετωπίζει ολοένα και μεγαλύτερες αντιδράσεις.
Η εμπορική συμφωνία με την Αργεντινή, τη Βραζιλία, τη Βολιβία, την Παραγουάη και την Ουρουγουάη θα είναι η μεγαλύτερη της ΕΕ όσον αφορά τις δασμολογικές μειώσεις. Ωστόσο, οι επικριτές της συμφωνίας, Γαλλία και Ιταλία, φοβούνται μια εισαγωγή φτηνών προϊόντων που θα μπορούσε να βλάψει τους Ευρωπαίους αγρότες, ενώ αντίθετα η Γερμανία, η Ισπανία και οι σκανδιναβικές χώρες λένε ότι θα ενισχύσει τις εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων, που έχουν πληγεί από τους δασμούς των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, ανέφερε σε δηλώσεις του ότι έχει συζητήσει την αναβολή της συμφωνίας με τους ομολόγους του από την Ιταλία, την Πολωνία, το Βέλγιο, την Αυστρία και την Ιρλανδία.
Η Ιταλίδα πρωθυπουργός, Τζόρτζια Μελόνι, δήλωσε ότι η υπογραφή της συμφωνίας «θα ήταν πρόωρη» και τόνισε πως η χώρα της ζητά «επαρκείς αμοιβαίες εγγυήσεις για τον αγροτικό μας τομέα» πριν δώσει έγκριση.
Η απόφαση για αναβολή ελήφθη μετά όταν αγρότες με τρακτέρ, από όλη την Ευρώπη απέκλεισαν τους δρόμους στις Βρυξέλλες, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την υπογραφή της συμφωνίας.
Οι αγρότες όμως αντιδρούν και για την αγροτική πολιτική της ΕΕ.
Η Copa Cogeca ανακοίνωσε 10.000 συμμετέχοντες, τηρούμε τις υποσχέσεις μας.
Οι αγροτικές οργανώσεις Copa Cogeca, που διοργάνωσαν τις κινητοποιήσεις, αναφέρουν ότι 10.000 αγρότες από τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ να συγκεντρώθηκαν, στις Βρυξέλλες, στέλνοντας ένα σαφές και ενιαίο μήνυμα στα θεσμικά όργανα της ΕΕ ότι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η γεωργία είναι κοινές σε όλη την ήπειρο και η ώρα για δράση είναι τώρα.
Και προσθέτουν «Για πρώτη φορά, αγρότες από κάθε γωνιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης στάθηκαν μαζί, επιδεικνύοντας εξαιρετικό συντονισμό και ενότητα. Στη μεγαλύτερη διαμαρτυρία για τη γεωργία που έχουν δει οι Βρυξέλλες εδώ και τριάντα χρόνια, οι αγρότες της Ευρώπης μίλησαν με μία φωνή, αποδεικνύοντας ότι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν, από τις τιμές των λιπασμάτων, τους άδικους φόρους ή την έλλειψη απλούστευσης, δεν γνωρίζουν εθνικά σύνορα.
Τα τρία αιτήματα των αγροτών είναι:
- Μια ισχυρή, κοινή και καλά χρηματοδοτούμενη ΚΑΠ μετά το 2027 που θα παρέχει λύσεις και θα υποστηρίζει την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη
- Δίκαιο και διαφανές εμπόριο που θα διασφαλίζει αποτελεσματικά τα πρότυπα παραγωγής της ΕΕ
- Πραγματική απλούστευση της ΚΑΠ
Η ηγεσία της Copa και της Cogeca, την Πέμπτη (18/12) επανέλαβε με σαφήνεια στον Πρόεδρο του Συμβουλίου κ. Costa, στην Πρόεδρο της Επιτροπής κα von der Leyen και στον Επίτροπο Γεωργίας και Τροφίμων κ. Hansen τα συγκεκριμένα αιτήματα των αγροτών.
ΠΟΓΕΔΥ για συμφωνία ΕΕ με Mercosur: Η σιωπή των αμνών στο ΥπΑΑΤ
Η ΠΟΓΕΔΥ στηρίζει απερίφραστα το καθολικό αίτημα των αγροτών της χώρας μας, αλλά και του συνόλου του ευρωπαϊκού αγροτικού κόσμου, για τη μη έγκριση της συμφωνίας ΕΕ–Mercosur με τους μέχρι σήμερα γνωστούς όρους.
Η εν λόγω συμφωνία, όπως έχει παρουσιαστεί, ανοίγει τον δρόμο για αθρόες εισαγωγές αγροτικών προϊόντων που παράγονται με χαμηλότερα περιβαλλοντικά, υγειονομικά, εργασιακά και ποιοτικά πρότυπα, δημιουργώντας ισχυρές συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού εις βάρος των Ευρωπαίων και Ελλήνων παραγωγών. Η εξέλιξη αυτή θέτει σε άμεσο κίνδυνο τη βιωσιμότητα του πρωτογενούς τομέα, την επισιτιστική ασφάλεια και τη συνοχή της υπαίθρου.
Το αίτημα των Ευρωπαίων και Ελλήνων αγροτών για απόρριψη της συμφωνίας δεν είναι συντεχνιακό ούτε εθνικά απομονωμένο. Είναι ευρωπαϊκό και οριζόντιο, καθώς χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία, η Πολωνία και η Ουγγαρία έχουν ήδη εκφράσει σαφές πλαίσιο αντιρρήσεων.
Εύλογα, λοιπόν, γεννάται το ερώτημα: Γιατί η Ελλάδα σιωπά; Γιατί η χώρα μας δεν έχει μέχρι σήμερα αρθρώσει αντίστοιχη, ξεκάθαρη θέση υπεράσπισης της εγχώριας παραγωγής;
Την ίδια στιγμή, προκαλεί ανησυχία το γεγονός ότι ενώ το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ενημερώνεται και συμμετέχει στις συζητήσεις για τη συμφωνία, δεν έχει παρουσιαστεί καμία ουσιαστική ενημέρωση προς τους αγρότες και τους θεσμικούς φορείς για την αρχιτεκτονική της, τις προβλεπόμενες δικλείδες ασφαλείας και κυρίως για το πώς διασφαλίζεται ότι η ελληνική γεωργία δεν θα υποστεί συνέπειες.
Η Ομοσπονδία μας καλεί ευθέως την πολιτική ηγεσία, και ειδικότερα τον αρμόδιο Γενικό Γραμματέα Αγροτικής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων, ο οποίος αυτοπροσδιορίζεται ότι βρίσκεται στον στενό πυρήνα του κυβερνητικού συντονισμού, να παρουσιάσει δημόσια και τεκμηριωμένα τη συμφωνία στους αγρότες, όπως όφειλε να έχει πράξει και για την αρχιτεκτονική της νέας ΚΑΠ. Οι γενικόλογες διαβεβαιώσεις και φωτογραφίσεις από τις αίθουσες των συζητήσεων δεν αρκούν. Απαιτούνται σαφείς απαντήσεις.
Παράλληλα, η ΠΟΓΕΔΥ υπογραμμίζει ότι η απάντηση στο πρόβλημα των “ελληνοποιήσεων” και των ανεξέλεγκτων εισαγωγών δεν μπορεί να είναι λύσεις τύπου “νομαδικής εργασίας”, με αποσπασματικές μετακινήσεις προσωπικού και επικοινωνιακά τεχνάσματα. Απαιτείται μόνιμη ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών του ΥπΑΑΤ και των ΔΑΟΚ, με επαρκές και εξειδικευμένο γεωτεχνικό προσωπικό, σύγχρονες υποδομές και πραγματική θεσμική θωράκιση. Διαφορετικά, κάθε άνοιγμα των αγορών χωρίς ισχυρούς ελέγχους λειτουργεί πολλαπλασιαστικά υπέρ της παραβατικότητας και εις βάρος της εγχώριας παραγωγής και των καταναλωτών.
Η ΠΟΓΕΔΥ δηλώνει ξεκάθαρα: Ο πρωτογενής τομέας δεν μπορεί να αποτελεί το «αντάλλαγμα» εμπορικών συμφωνιών που υπονομεύουν τις ίδιες τις ευρωπαϊκές αρχές και κανόνες. Η Ελλάδα οφείλει να πάρει θέση, να στηρίξει έμπρακτα τον πρωτογενή της τομέα και να πάψει να εμφανίζεται ως σιωπηλός παρατηρητής σε εξελίξεις που θα καθορίσουν το μέλλον της αγροτικής παραγωγής για δεκαετίες.