Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες με μακρά παράδοση στην παραγωγή εσπεριδοειδών, ενός προϊόντος που ταξιδεύει σε αγορές του κόσμου με αξία, άρωμα και χρώμα. Ωστόσο, η φρεσκάδα που βλέπουμε στα ράφια δεν είναι δεδομένη. Μετά τη συγκομιδή, οι καρποί περνούν από μια κρίσιμη φάση μεταχείρισης, όπου κάθε πληγή, κάθε αμυχή μπορεί να αποτελέσει πύλη εισόδου για τους πιο συχνούς μετασυλλεκτικούς εχθρούς: τα πενικίλλια (Penicillium digitatum και P. italicum).
Η λεγόμενη «πράσινη» και «μπλε» μούχλα ευθύνεται για απώλειες που φτάνουν έως και το 30%–80% των εμπορεύσιμων καρπών. Τα σπόριά τους εξαπλώνονται εύκολα στον αέρα, επιμολύνοντας ολόκληρα κιβώτια αποθήκευσης. Αρκεί ένας τραυματισμός από έντομο, μια απρόσεκτη μεταφορά ή ακόμα και μια ανεπαίσθητη αμυχή από τον άνεμο ή το ψύχος, ώστε να ξεκινήσει η σήψη.
Παραδοσιακά, η αντιμετώπιση βασίστηκε στη χρήση χημικών μυκητοκτόνων, αποκλειστικά εγκεκριμένων από το ΥΠΑΑΤ και πάντα σύμφωνα με τις οδηγίες του αρμόδιου γεωπόνου. Όμως, η μακροχρόνια χρήση τους έχει οδηγήσει σε ανθεκτικά στελέχη, ενώ παράλληλα το ενδιαφέρον του καταναλωτή για ασφαλή, «καθαρά» τρόφιμα ωθεί την έρευνα σε εναλλακτικές, φυσικές μεθόδους.
Αιθέρια έλαια: η φυσική άμυνα των καρπών
Η φύση προσφέρει ήδη τις δικές της λύσεις. Τα αιθέρια έλαια —πτητικές ενώσεις που παράγονται σε φύλλα, άνθη και φλοιούς— έχουν αποδειχθεί ισχυροί σύμμαχοι στην προσπάθεια περιορισμού της μετασυλλεκτικής σήψης. Η δράση τους είναι διπλή: πρόκειται για φυσικά προϊόντα ασφαλή για τον άνθρωπο και το περιβάλλον, ενώ ταυτόχρονα τα πενικίλλια δύσκολα αναπτύσσουν ανθεκτικότητα απέναντί τους, καθώς κάθε έλαιο περιέχει πολλές δραστικές ενώσεις με διαφορετικούς τρόπους δράσης.
Πειραματικές εφαρμογές σε πορτοκάλια, λεμόνια και μανταρίνια έδειξαν ότι εκχυλίσματα από θυμάρι, λεμονόχορτο, γαρυφαλλόδενδρο, μέντα ή κανέλα μπορούν να περιορίσουν τη βλάστηση των σπορίων των P. digitatum και P. italicum και να παρατείνουν τη διάρκεια ζωής των καρπών στο ράφι. Ειδικά το αιθέριο έλαιο λεμονόχορτου φάνηκε εξαιρετικά αποτελεσματικό, ενώ μελέτες σε αιθέρια έλαια από θύμο (Thymus capitatus) αποκάλυψαν ότι η ένωση καρβακρόλη έχει έντονη αντιμυκητιακή δράση. Η προέλευση του ελαίου παίζει επίσης ρόλο: εκχυλίσματα από φύλλα και άνθη νεραντζιάς παρουσίασαν σημαντική ανασταλτική επίδραση, αντίθετα με εκείνα του φλοιού που δεν έδρασαν αποτελεσματικά.
Ερευνητικές ομάδες δοκίμασαν επίσης τη συνδυαστική χρήση αιθέριων ελαίων με κερί ή χιτοζάνη. Η προσθήκη αυτών των ενώσεων μειώνει την πτητικότητα των ελαίων, αυξάνει τη διάρκεια δράσης τους και, σε ορισμένες περιπτώσεις, βελτιώνει και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των καρπών, όπως τη συγκέντρωση βιταμίνης C και τον δείκτη χρώματος.
Ωστόσο, η εφαρμογή τους απαιτεί προσοχή. Σε υψηλές δόσεις μπορεί να προκαλέσουν φυτοτοξικότητα ή να αυξήσουν το κόστος μετασυλλεκτικής επεξεργασίας. Παρ’ όλα αυτά, τα αιθέρια έλαια παραμένουν μια από τις πιο ελπιδοφόρες φυσικές επιλογές για τη φυτοπροστασία των εσπεριδοειδών.
Ακτινοβολία και φως: η τεχνολογία στην υπηρεσία της συντήρησης
Η έρευνα δεν σταματά στη φύση, η τεχνολογία λαμβάνει την σκυτάλη. Τα τελευταία χρόνια, επιστημονικές ομάδες δοκιμάζουν μη χημικές- φυσικές μεθόδους, όπως η χρήση υπεριώδους και ιονίζουσας ακτινοβολίας, αλλά και του μπλε φωτός, για την πρόληψη της μετασυλλεκτικής σήψης. Η υπεριώδης ακτινοβολία (UV-C και UV-B) επιδρά στους ιστούς του φλοιού ενεργοποιώντας φυσικούς μηχανισμούς άμυνας. Πειράματα σε πορτοκάλια και λεμόνια έδειξαν ότι κατάλληλες δόσεις UV-C αναστέλλουν τη βλάστηση των σπορίων των πενικιλλίων, ενώ η UV-B φαίνεται να ενισχύει το πάχος του φλοιού και τη συγκέντρωση φαινολικών ουσιών, δημιουργώντας ένα φυσικό «τείχος» απέναντι στο παθογόνο.
Το μπλε φως, τμήμα του ορατού φάσματος, έχει επίσης αποδειχθεί αποτελεσματικό στον περιορισμό της ανάπτυξης των μυκήτων, επηρεάζοντας τη μορφολογία τους και την παραγωγή σπορίων. Η δράση του σχετίζεται με την παραγωγή φυσικών αντιμυκητικών ουσιών στο flavedo του καρπού.
Ακόμα πιο προχωρημένες μέθοδοι εξετάζουν την ιονίζουσα ακτινοβολία γ, η οποία παρουσιάζει υψηλή ικανότητα διείσδυσης στον ιστό και μπορεί να αναστείλει την ανάπτυξη των P. digitatum και P. italicum. Παρότι μια δόση γύρω στο 1 kGy είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική, προκαλεί βλάβες στην επιφάνεια του καρπού. Έτσι, ερευνητές πειραματίζονται με χαμηλότερες δόσεις, συνδυασμένες με άλλες μεθόδους — για παράδειγμα, με άλατα διχλωροϊσοκυανουρικού οξέος — μειώνοντας τη σήψη χωρίς να αλλοιώνεται η ποιότητα.
Πριν οι μέθοδοι αυτές περάσουν σε εμπορική εφαρμογή, χρειάζεται ωστόσο να αντιμετωπιστεί και η δυσπιστία των καταναλωτών απέναντι στα ακτινοβολημένα τρόφιμα, παρότι πρόκειται για ασφαλείς και επιστημονικά ελεγχόμενες τεχνικές.
Θερμό νερό: απλός αλλά αποτελεσματικός σύμμαχος
Μία ακόμη ήπια και καθαρά φυσική μέθοδος είναι η χρήση θερμού ύδατος. Η βύθιση ή ο ψεκασμός των καρπών με νερό θερμοκρασίας 50–60 °C για μικρό χρονικό διάστημα προκαλεί ήπια «θερμική καταπόνηση», που ενεργοποιεί μηχανισμούς άμυνας στον καρπό. Σύμφωνα με πειράματα, η εμβάπτιση μανταρινιών και πορτοκαλιών σε νερό 53 °C ή 45 °C για τρία λεπτά περιόρισε σημαντικά τη σήψη από πενικίλλια, χωρίς να επηρεάσει αρνητικά βασικά ποιοτικά χαρακτηριστικά όπως η οξύτητα ή τα διαλυτά στερεά. Παρόμοια αποτελέσματα καταγράφηκαν σε λεμόνια και βοτρυόκαρπους (grapefruit), όπου ψεκασμός με νερό 62 °C για 20 δευτερόλεπτα προκάλεσε ενισχυμένη αντοχή στη μόλυνση.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ότι η θετική επίδραση του ζεστού νερού ήταν πιο έντονη όταν οι καρποί είχαν μολυνθεί 1 – 3 ημέρες πριν από την εφαρμογή του, γεγονός που δείχνει ότι η θερμική επεξεργασία μπορεί να ενεργοποιεί φυσικές άμυνες. Αν και απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να διασαφηνιστεί ο μηχανισμός δράσης, η μέθοδος αυτή θεωρείται ιδιαίτερα ελπιδοφόρα για εφαρμογή σε βιομηχανική κλίμακα.
Προς μια αειφόρο διαχείριση
Η αντιμετώπιση της μετασυλλεκτικής σήψης στα εσπεριδοειδή δεν είναι πλέον μόνο θέμα ποιότητας, αλλά και περιβαλλοντικής ευθύνης. Οι σύγχρονες καταναλωτικές απαιτήσεις στρέφουν την παραγωγή σε φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές, μειώνοντας την εξάρτηση από τα χημικά. Η επιστήμη, μέσα από τη μελέτη των αλληλεπιδράσεων ξενιστή–παθογόνου και την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, φέρνει στο προσκήνιο καινοτόμες λύσεις όπως τα αιθέρια έλαια, η ακτινοβολία και το θερμό νερό. Οι συνδυαστικές εφαρμογές αυτών των μεθόδων ανοίγουν τον δρόμο για μια αειφόρο, ασφαλή και αποτελεσματική μετασυλλεκτική διαχείριση.
Ο στόχος είναι σαφής: καρποί υγιείς, ποιοτικοί και ασφαλείς, που διατηρούν τη φυσική τους αξία από το δέντρο έως το τραπέζι — με σεβασμό στο περιβάλλον και στον καταναλωτή.
Πηγές:
Γεωργία – Κτηνοτροφία, τεύχος 2/2020, σελ. 32–35. Αντιμετώπιση της μετασυλλεκτικής σήψης καρπών εσπεριδοειδών από πενικίλλια με τη χρήση αιθέριων ελαίων (1ο Μέρος)
Κ. Παπουτσής, Μ. Μαθιουδάκης, J. H. Hasperue, Β. Ζιώγας.
Γεωργία – Κτηνοτροφία, τεύχος 3/2020, σελ. 22–24. Αντιμετώπιση της μετασυλλεκτικής σήψης καρπών εσπεριδοειδών από πενικίλλια με τη χρήση ακτινοβολίας και θερμού νερού (2ο Μέρος)
Κ. Παπουτσής, Μ. Μαθιουδάκης, J. H. Hasperue, Β. Ζιώγας.
