Η Ελλάδα εισέπραξε από την ΕΕ 101,53 εκατ. ευρώ για τις καταστροφές από την κακοκαιρία «Daniel» αλλά δεν πήρε κονδύλια για την πανώλη των αιγοπροβάτων.
Μετά από ένα χρόνο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε να κινητοποιήσει το Ταμείο Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την παροχή βοήθειας για τις καταστροφές που σημειώθηκαν στην Θεσσαλία και άλλες περιοχές της κεντρικής Ελλάδας. Μέσα σε αυτές τις καταστροφές περιλαμβάνονται και απώλειες στο ζωικό κεφάλαιο από την θεομηνία αλλά όχι από την πανώλη που ακολούθησε.
Οι κτηνοτρόφοι περιμένουν άμεση χορήγηση οικονομικής ενίσχυσης για την κάλυψη των άμεσων αναγκών τους και παροχή κεφαλαίου κίνησης για τη συνέχιση της δραστηριότητάς τους.
Kυβερνητικός σχεδιασμός για αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων στην κτηνοτροφία δεν υπάρχει ούτε ανακοινώνονται μέτρα για αναπλήρωση του ζωικού κεφαλαίου στην χώρα μας. Όλοι περίμεναν τα χρήματα από την ΕΕ.
Ο υπουργός ΑΑΤ είχε δηλώσει ότι για το θέμα των αποζημιώσεων των κτηνοτρόφων για την πανώλη θα το θέσει και ο ίδιος στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας και Αλιείας, στις 23 Σεπτεμβρίου, στους ομολόγους του της ΕΕ και στους αρμοδίους Επιτρόπους Γιάννους Βόιτσεσχόφσκι και Στέλλα Κυριακίδου (Επίτροποι Γεωργίας και Αλιείας και Υγείας των Τροφίμων, αντιστοίχως). Όπως φαίνεται όμως δεν υπήρξε κάποια συμφωνία για τις αποζημιώσεις της πανώλης.
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε το ΥπΑΑΤ μετά το Συμβούλιο για το θέμα αναφέρει τα εξής:
Την ανάγκη επανεξέτασης των κονδυλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση των ζωονόσων, όπως της πανώλης των μικρών μηρυκαστικών και της ευλογιάς, επισήμανε ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Τσιάρας, κατά τη διάρκεια της παρέμβασής του, στο πλαίσιο της Συνόδου του Συμβουλίου Υπουργών Γεωργίας και Αλιείας, που διεξάγεται, σήμερα, στις Βρυξέλλες.
Όπως υπογράμμισε ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, είναι απαραίτητο «να εξεταστεί εκ νέου το ποσοστό της ευρωπαϊκής συμμετοχής σε όλες τις δαπάνες διαχείρισης επιδημιών και κυρίως στις αποζημιώσεις των παραγωγών για τη θανάτωση και αντικατάσταση του ζωικού τους κεφαλαίου».
Παράλληλα, ο Κώστας Τσιάρας πρότεινε την υποβολή αιτήματος χρηματοδότησης από το γεωργικό αποθεματικό, προκειμένου να βρεθούν όσο το δυνατόν περισσότερα κονδύλια για την ανακούφιση των κτηνοτρόφων. «Επαναλαμβάνω τη δέσμευσή μας για την αντιμετώπιση της κρίσης, την προστασία της κτηνοτροφίας και την υποστήριξη των πληγέντων. Ας συνεχίσουμε τις προσπάθειές μας με πνεύμα συνεργασίας και αλληλεγγύης, ώστε να ενισχύσουμε την ανθεκτικότητα του τομέα και να ανταποκριθούμε αποτελεσματικότερα σε κάθε πρόκληση», υπογράμμισε ο Υπουργός.
Πρότεινε τη δημιουργία ενός συντονισμένου δικτύου κτηνιατρικών υπηρεσιών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των γειτονικών χωρών, το οποίο θα ενισχύσει την ταχεία και πιο αποτελεσματική διαχείριση διασυνοριακών ασθενειών των ζώων, διασφαλίζοντας την κτηνοτροφία και τη δημόσια υγεία.
«Η προσέγγιση «Μία υγεία» επισημαίνει την αλληλεξάρτηση μεταξύ της υγείας των ανθρώπων, των ζώων και του περιβάλλοντος, τονίζοντας τη διεπιστημονική συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων τομέων και φορέων ως εργαλείο αποτελεσματικού ελέγχου των υγειονομικών κινδύνων», σημείωσε ο Κώστας Τσιάρας.
Άλλα θέματα που τέθηκαν από το ΥπΑΑΤ στο Συμβούλιο Υπουργών
Σε ό,τι αφορά, στην ηλεκτρονική καταχώριση της χρήσης φυτοπροστατευτικών προϊόντων, ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων συντάχθηκε με την πρόταση της Πολωνίας να δοθεί περισσότερος χρόνος προκειμένου να δημιουργηθούν τα κατάλληλα εργαλεία πληροφορικής και κυρίως να ενημερωθούν σωστά οι αγρότες μας. «Ιδιαίτερα σε μια περίοδο που οι αγρότες μας αντιμετωπίζουν πολλαπλά προβλήματα, δεν πρέπει να τους επιβαρύνουμε με επιπλέον διοικητικό φόρτο. Ως εκ τούτου, κρίνουμε σκόπιμο η Επιτροπή να δείξει ευελιξία και να κινήσει τη νομοθετική διαδικασία για αναβολή της έναρξης ισχύος του σχετικού κανονισμού», επισήμανε.
Σχετικά με την λειψυδρία, ο κ. Τσιάρας ξεκαθάρισε ότι το ζήτημα αυτό απαιτεί άμεσες παρεμβάσεις για την προσαρμογή του αγροτικού τομέα στην κλιματική κρίση, μέσα από μια βιώσιμη διαχείριση του νερού, με ευελιξία στη χρήση των διαθέσιμων εργαλείων της ΚΑΠ, νέες επενδύσεις σε υποδομές και προώθηση της καινοτομίας και συνεργασίας. Προσέθεσε, δε, ότι η ευρωπαϊκή Στρατηγική για την ανθεκτικότητα του νερού οφείλει να λάβει υπόψη τις περιφερειακές και τοπικές ιδιαιτερότητες.
Τέλος, τόνισε την ανάγκη λήψης μέτρων για τον περιορισμό των εισαγωγών αδασμολόγητων ποσοτήτων ρυζιού από τρίτες χώρες, με στόχο την αποτελεσματική προστασία τηςευρωπαϊκής παραγωγής ρυζιού.