Η κινόα, το γνωστό «ψευδοδημητριακό» που έχει μπει δυναμικά στη διατροφή των καταναλωτών τα τελευταία χρόνια, καλλιεργείται ήδη σε αρκετές περιοχές της χώρας μας, όπως στη Θεσσαλία και τη Θράκη. Με αφορμή την πρόσφατη ολοκλήρωση της συγκομιδής, αξίζει να γίνει μια συνολική αποτίμηση της καλλιέργειας: τα θετικά της στοιχεία, οι δυσκολίες που παραμένουν, αλλά και οι προοπτικές που ανοίγονται. Οι πρώτες συγκομιδές δείχνουν θετικά σημάδια, ωστόσο η καλλιέργεια βρίσκεται ακόμη σε μεταβατικό στάδιο, με πλεονεκτήματα αλλά και αρκετές προκλήσεις που προβληματίζουν τους παραγωγούς.
Πού βρίσκεται σήμερα η καλλιέργεια
Η συγκομιδή πραγματοποιείται το καλοκαίρι, με αποδόσεις που σε πειραματικά αγροτεμάχια φτάνουν τα 250–300 κιλά το στρέμμα. Παράλληλα, η ζήτηση για κινόα στην αγορά αυξάνεται σταθερά, τόσο από την εγχώρια βιομηχανία τροφίμων όσο και από εξαγωγικές επιχειρήσεις. Η ένταξή της σε συμβολαιακά σχήματα δίνει πρόσβαση στους παραγωγούς σε μια σίγουρη αγορά.
Πέρα από τη Θεσσαλία, όπου συγκεντρώνεται το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής, καλλιέργειες έχουν δοκιμαστεί και σε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης, με ενθαρρυντικά αλλά ακόμη πειραματικά αποτελέσματα. Ωστόσο, η έλλειψη ισχυρής μεταποιητικής βάσης στη χώρα οδηγεί μέρος της παραγωγής να κατευθύνεται στο εξωτερικό για καθαρισμό και τυποποίηση, αφήνοντας ένα κενό στην εγχώρια αλυσίδα αξίας.
Πού καλλιεργείται και τι αποδόσεις δίνει
Η καλλιέργεια της κινόα δείχνει ενδιαφέρον οικονομικό προφίλ. Ο σπόρος κοστίζει περίπου 7–10 ευρώ το κιλό και χρειάζονται 3–5 κιλά ανά στρέμμα, ανεβάζοντας το κόστος σπόρου στα 25–40 ευρώ. Μαζί με τις καλλιεργητικές εργασίες, το συνολικό κόστος παραγωγής κυμαίνεται στα 60–90 ευρώ το στρέμμα. Οι αποδόσεις ποικίλλουν, με εμπορικές καλλιέργειες να δίνουν από 200 έως και 350 κιλά το στρέμμα, ανάλογα με τις συνθήκες. Στη συμβολαιακή γεωργία, η τιμή παραγωγού κυμαίνεται από 0,80 έως 1,20 ευρώ το κιλό, πράγμα που σημαίνει ότι τα ακαθάριστα έσοδα για έναν παραγωγό μπορεί να φτάσουν τα 240–360 ευρώ το στρέμμα. Συγκριτικά με σιτάρι ή καλαμπόκι, η κινόα έχει υψηλότερη δυναμική κέρδους, αλλά και μεγαλύτερο ρίσκο λόγω ασταθών αποδόσεων και έλλειψης σταθερής αγοράς.
Η φετινή συγκομιδή κινόα ολοκληρώθηκε στη Θεσσαλία, όπου συγκεντρώνεται και το μεγαλύτερο μέρος της καλλιέργειας. Οι αποδόσεις κυμάνθηκαν γύρω στα 250–300 κιλά το στρέμμα, με διαφοροποιήσεις ανάλογα με την περιοχή και τις καλλιεργητικές πρακτικές. Το εισόδημα για τους παραγωγούς θεωρείται ανταγωνιστικό σε σχέση με καλλιέργειες όπως το σιτάρι και το βαμβάκι, κυρίως λόγω της υψηλότερης τιμής παραγωγού.
Παράλληλα, μικρότερες εκτάσεις καλλιεργούνται και σε άλλες περιοχές, όπως στη Θράκη και στη Μακεδονία, όπου η κινόα δοκιμάζεται τα τελευταία χρόνια είτε σε συμβολαιακή βάση είτε μέσω πειραματικών προγραμμάτων. Ωστόσο, παραμένουν άλυτα ζητήματα που αφορούν τη μεταποίηση, τον εξοπλισμό και την εξειδικευμένη τεχνογνωσία, τα οποία προς το παρόν περιορίζουν τις δυνατότητες ευρύτερης ανάπτυξης της καλλιέργειας.
Αγορά, ζήτηση και συμβολαιακή γεωργία
Η ζήτηση για κινόα στην Ελλάδα αυξάνεται, κυρίως μέσα από την αγορά προϊόντων υγιεινής διατροφής και τις εξαγωγικές δυνατότητες. Καθοριστικό ρόλο παίζει η συμβολαιακή γεωργία, με εταιρείες τροφίμων και τυποποίησης να προσφέρουν συμβόλαια σε παραγωγούς κυρίως στη Θεσσαλία και στη Θράκη. Τα συμβόλαια εξασφαλίζουν απορρόφηση του προϊόντος και σταθερή τιμή, μειώνοντας τον κίνδυνο. Ωστόσο, ένα από τα εμπόδια στην αλυσίδα αξίας είναι η μεταποίηση. Ο σπόρος κινόα πρέπει να καθαριστεί από σαπωνίνες, διαδικασία που απαιτεί ειδικό εξοπλισμό. Στη χώρα μας οι διαθέσιμες μονάδες είναι περιορισμένες, με αποτέλεσμα μέρος της παραγωγής να χρειάζεται συνεργασίες με εξωτερικές εγκαταστάσεις ή ακόμη και εξαγωγή για επεξεργασία.
Επιδοτήσεις και στήριξη
Η κινόα μπορεί να ενταχθεί σε επιδοτούμενα σχήματα της νέας ΚΑΠ 2023–2027, κυρίως ως πρωτεϊνούχα καλλιέργεια. Στα οικολογικά σχήματα, η συμβατική καλλιέργεια λαμβάνει ενίσχυση που κυμαίνεται γύρω στα 60 €/στρ., ενώ η βιολογική στα 69,4 €/στρ. Υπάρχει επίσης ειδικό πρόγραμμα μείωσης αποτυπώματος άνθρακα με ενίσχυση 42,2 €/στρ. Σε παλαιότερες πιλοτικές δράσεις είχαν καταγραφεί επιδοτήσεις περίπου 58,8 €/στρ. με αποδόσεις γύρω στα 300 κιλά. Ωστόσο, υπάρχουν συχνά ασυμβατότητες με προηγούμενα μέτρα, αλλά και καθυστερήσεις στις πληρωμές, κάτι που χρειάζεται προσεκτική εκτίμηση από τους παραγωγούς πριν την ένταξη.
Δυσκολίες και προβληματισμοί
Παρά τα θετικά, η καλλιέργεια συνοδεύεται από αρκετές δυσκολίες. Η έλλειψη εξειδικευμένων μηχανημάτων σημαίνει ότι οι θεριζοαλωνιστικές που χρησιμοποιούνται προκαλούν απώλειες σπόρου, που φτάνουν ακόμη και το 10–15%. Οι αποδόσεις είναι ασταθείς λόγω κλιματικών παραγόντων και ελλιπούς τεχνογνωσίας, ενώ η συγκομιδή εξακολουθεί να αποτελεί μεγάλο «αγκάθι», με τις απώλειες να μειώνουν σημαντικά το τελικό εισόδημα.
Οι παραγωγοί στηρίζονται κυρίως σε καλλιεργητικές πρακτικές, όπως το σκαλιστήρι ή ακόμη και χειρωνακτικές επεμβάσεις με τσαπί, για τον έλεγχο των ζιζανίων, αφού δεν υπάρχουν ακόμη εγκεκριμένα σκευάσματα. Η κινόα δεν περιλαμβάνεται με σαφήνεια στους καταλόγους φυτοπροστατευτικών του ΥΠΑΑΤ, γεγονός που αφήνει κενό στους παραγωγούς και περιορίζει τη δυνατότητα ορθής και ασφαλούς διαχείρισης. Παράλληλα, καταγράφονται συχνά προσβολές από λίγκο, αφίδες και τζιτζικάκι. Μπορεί να μην είναι πάντα καταστροφικές, ωστόσο αυξάνουν το κόστος και τη δυσκολία της καλλιέργειας. Όπως τονίζει στον Αγροτύπο ο γεωπόνος Κ. από την Καρδίτσα, οι πρώτες εγκρίσεις ζιζανιοκτόνων αναμένονται το 2026, κάτι που δημιουργεί προσδοκίες για μεγαλύτερη σιγουριά στη διαχείριση της καλλιέργειας.
Ένας συχνός προβληματισμός αφορά την αμειψισπορά: η κινόα μπορεί να μπει σε σχήματα με σιτηρά, καλαμπόκι ή βαμβάκι, βελτιώνοντας τη δομή του εδάφους. Επίσης, αρκετοί ρωτούν για τη βιολογική κινόα, όπου η ζήτηση είναι αυξανόμενη, αλλά η αγορά παραμένει περιορισμένη και δέχεται πίεση από τις εισαγωγές. Η συγκομιδή εξακολουθεί να αποτελεί μεγάλη πρόκληση, με τις απώλειες να μειώνουν το τελικό εισόδημα, ακόμα κι όταν οι αποδόσεις στο χωράφι είναι καλές.
Η άλλη όψη της κινόα
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα οικογένειας παραγωγών στη Θεσσαλία, Καρδίτσα, με 40 στρέμματα κινόα, η οποία λόγω έντονης παρουσίας ζιζανίων και εντομολογικών προσβολών – κυρίως από λίγκο, αφίδες και τζιτζικάκι – δεν κατάφερε να συγκομίσει τη φετινή παραγωγή.
«Μετά τον Ιούλιο η καλλιέργεια γέμισε ζιζάνια και έντομα· δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Στο τέλος, δεν μπήκαμε καν για συγκομιδή», αναφέρει στον ΑγροΤύπο, γεωπόνος και παραγωγός της περιοχής.
Η περίπτωση αυτή δείχνει πως, παρά τα συμβόλαια και τις καλές τιμές παραγωγού, η κινόα παραμένει καλλιέργεια με υψηλό ρίσκο. Όταν η πίεση από ζιζάνια και εχθρούς δεν αντιμετωπίζεται έγκαιρα, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι η πλήρης απώλεια του εισοδήματος. Αυτό το στοιχείο λειτουργεί αποτρεπτικά για νέους παραγωγούς, ενώ αναδεικνύει την ανάγκη για ουσιαστική στήριξη σε επίπεδο φυτοπροστασίας και τεχνογνωσίας.
Πού βαδίζει η κινόα στην Ελλάδα
Η κινόα δείχνει ότι μπορεί να αποτελέσει μια καλλιέργεια με ενδιαφέρον για όσους παραγωγούς θέλουν να διαφοροποιηθούν και να αξιοποιήσουν τα χρηματοδοτικά εργαλεία της νέας ΚΑΠ. Ωστόσο, η έλλειψη εξοπλισμού, η αβεβαιότητα στην αγορά και οι καθυστερήσεις στις πληρωμές δημιουργούν εμπόδια.
Για να μπορέσει η κινόα να βρει μόνιμη θέση στον ελληνικό καλλιεργητικό χάρτη, χρειάζονται επενδύσεις σε μηχανικό εξοπλισμό, σταθερές υποδομές μεταποίησης και ουσιαστική στήριξη των παραγωγών που αποφασίζουν να ρισκάρουν με μια νέα, αλλά ελπιδοφόρα καλλιέργεια. Μια πιο ξεκάθαρη πολιτική γύρω από τη φυτοπροστασία και η διάχυση τεχνογνωσίας μέσω συνεργασιών με ερευνητικά ιδρύματα και συνεταιρισμούς θα μπορούσαν να κάνουν τη διαφορά. Με τέτοια βήματα, η κινόα θα πάψει να αντιμετωπίζεται ως «πειραματική» και θα μπορέσει να εξελιχθεί σε μια σταθερή και βιώσιμη επιλογή για τον Έλληνα παραγωγό.

