Η εγκατάσταση ενός νέου ελαιώνα ξεκινά πολύ πριν ανοίξει ο πρώτος λάκκος στο χωράφι. Η πραγματική επιτυχία —η παραγωγικότητα, η υγεία και η μακροζωία του δένδρου— κρίνεται στη στιγμή της επιλογής του πολλαπλασιαστικού υλικού. Η αγορά σωστών δενδρυλλίων δεν είναι μια τυπική διαδικασία, είναι το σημείο όπου ο παραγωγός θωρακίζει ή εκθέτει την επένδυσή του για πολλές δεκαετίες. Παρότι η νομοθεσία θέτει προδιαγραφές για την εμπορία του υλικού, η πραγματικότητα δείχνει ότι συχνά δεν εφαρμόζεται πλήρως ή δεν επαρκεί για να αποτρέψει τα προβλήματα που παρατηρούνται στην αγορά. Έτσι, η ευθύνη πέφτει στον ίδιο τον παραγωγό να επιλέξει φυτώριο και δενδρύλλια με γνώση και προσοχή.
Το φυτώριο ως αφετηρία: εμπιστοσύνη και έλεγχος
Στον τομέα της ελιάς η ανάγκη για προσοχή είναι ακόμη μεγαλύτερη. Η ύπαρξη πολλών ποικιλιών, συχνά χωρίς πλήρη καταγραφή και πιστοποίηση, έχει δημιουργήσει ένα περιβάλλον όπου δεν είναι πάντα εύκολο να γνωρίζει κανείς τι πραγματικά αγοράζει. Το φυτώριο πρέπει να είναι ελεγχόμενο από τις αρμόδιες υπηρεσίες και να διαθέτει μητρική φυτεία. Η αξιοπιστία του αποτυπώνεται στην οργάνωση των εγκαταστάσεών του, στην καθαριότητα και στη γενικότερη εικόνα τάξης, αλλά και στην επιστημονική κατάρτιση του φυτωριούχου, ο οποίος οφείλει να καθοδηγεί τον παραγωγό στην επιλογή της κατάλληλης ποικιλίας για τις συνθήκες του χωραφιού του.
Κάθε παρτίδα δενδρυλλίων πρέπει να συνοδεύεται από τα απαραίτητα έγγραφα ταυτοποίησης ποικιλίας και υποκειμένου. Η φυτοϋγιεινή κατάσταση του πολλαπλασιαστικού υλικού εξασφαλίζεται μέσω των ελέγχων στις μητρικές φυτείες και στο παραγόμενο υλικό, ενώ το Φυτοϋγειονομικό Διαβατήριο πιστοποιεί ότι τα δενδρύλλια πληρούν τις απαιτήσεις για την επαγγελματική τους διακίνηση. Παράλληλα, η εγγραφή του φυτωρίου στο Φυτοϋγειονομικό Μητρώο αποτελεί βασική προϋπόθεση για την εμπορία υγιούς και πιστοποιημένου υλικού.
Χαρακτηριστικά σωστών δενδρυλλίων: ύψος, διαμόρφωση, ανάπτυξη
Το ύψος των δενδρυλλίων είναι ένας από τους πρώτους δείκτες ποιότητας. Το ελάχιστο αποδεκτό ύψος είναι τα 60 εκατοστά, καθώς μικρότερες διαστάσεις οδηγούν συχνά σε θαμνώδη ανάπτυξη, καθυστερημένη παραγωγικότητα και δυσκολότερη διαμόρφωση. Στην πράξη, τα πιο κατάλληλα δενδρύλλια κυμαίνονται μεταξύ 60 και 150 εκατοστών. Τα μικρότερα φυτά προτιμώνται στις ανοιξιάτικες φυτεύσεις και στους αρδευόμενους ελαιώνες, ενώ τα ψηλότερα ανταποκρίνονται καλύτερα σε ξηρικές συνθήκες και σε φθινοπωρινές φυτεύσεις.
Η διαμόρφωση αποτελεί δεύτερο κρίσιμο στοιχείο. Σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές ελέγχου, ένα κατάλληλο δενδρύλλιο πρέπει να διαθέτει τρεις έως τέσσερις πλάγιους εύρωστους βλαστούς μήκους τουλάχιστον 15 εκατοστών, αναπτυγμένους σε ύψος άνω των 50 εκατοστών. Παρ’ όλα αυτά, η πρακτική εμπειρία δείχνει ότι τα μονόκλωνα δενδρύλλια, με έναν ισχυρό κεντρικό βλαστό και καλά κατανεμημένους πλάγιους δευτερεύοντες βλαστούς, είναι συχνά πιο κατάλληλα. Η ευκολία διαμόρφωσης —είτε σε κύπελλο με επιθυμητό ύψος κορμού είτε σε μονοκλωνική μορφή— τα καθιστά ιδιαίτερα δημοφιλή στους νέους ελαιώνες.
Ριζικό σύστημα: η αόρατη βάση της επιτυχίας
Η σχέση ανάμεσα στο ύψος του φυτού και το μέγεθος της γλάστρας είναι καθοριστική για τη μετέπειτα ανάπτυξη. Ένα δένδρο δεν μπορεί να εξελιχθεί σωστά αν το ριζικό του σύστημα δεν αντιστοιχεί σε μέγεθος και δομή με την κόμη. Για φυτά ενός έτους, με ύψος έως 80 εκατοστών, ενδείκνυνται γλάστρες 1–2 λίτρων. Για φυτά ενάμιση έτους, ύψους 80–125 εκατοστών, τα κατάλληλα δοχεία είναι 2–4 λίτρα, ενώ για φυτά δύο ετών, ύψους 125–150 εκατοστών, προτείνονται γλάστρες 3,5–6 λίτρων. Το κλειδί βρίσκεται στην αναλογία και στην υγιή ανάπτυξη.
Κρίσιμη παράμετρος είναι ο έλεγχος της ρίζας. Κάθε δενδρύλλιο πρέπει να διαθέτει τουλάχιστον τρεις καλά ανεπτυγμένες ρίζες με πλευρικές διακλαδώσεις. Η ύπαρξη μόνο μίας ή δύο ριζών οδηγεί σε μονόπλευρη ανάπτυξη και σε δυσκολίες στη δημιουργία κανονικού δένδρου. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται όταν το ριζικό σύστημα έχει ξεφύγει από τη γλάστρα και έχει διεισδύσει στο έδαφος του φυτωρίου. Η αποκοπή αυτών των ριζών για τη διάθεση του φυτού συχνά προκαλεί σοβαρό «σοκ» με καθυστέρηση στην εγκατάσταση που μπορεί να φτάσει και τον έναν χρόνο, ενώ αυξάνει τον κίνδυνο μόλυνσης από εδαφογενείς ασθένειες. Για τον λόγο αυτό, σε περιοχές όπως η Κρήτη, πολλοί παραγωγοί αποφεύγουν τα υπερμεγέθη δενδρύλλια, εκτός αν το φυτώριο έχει εξασφαλίσει ότι το υπόστρωμα είναι καλυμμένο και δεν επιτρέπει την ανεξέλεγκτη ανάπτυξη της ρίζας.
Εμβολιασμένα και αυτόρριζα δενδρύλλια: διαφορετικές ανάγκες, διαφορετικές αποφάσεις
Στην ελληνική αγορά κυριαρχούν τα αυτόρριζα δενδρύλλια, χωρίς εμβολιασμό. Η χρήση εμβολιασμένων δενδρυλλίων επιλέγεται όταν μια ποικιλία δεν μπορεί να πολλαπλασιαστεί αλλιώς ή όταν θέλουμε να της προσδώσουμε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που δεν διαθέτει. Η αντοχή σε εδαφογενείς ασθένειες όπως το βερτισίλλιο, η ανθεκτικότητα στο ψύχος ή στα υφάλμυρα νερά, η μειωμένη ανάπτυξη κόμης ή ακόμη και η βελτιωμένη καρποφορία είναι παράγοντες που μπορούν να καθορίσουν την επιλογή ενός κατάλληλου υποκειμένου.
Ιδιαίτερα στις ευαίσθητες ποικιλίες, όπως η Αμφίσσης και η Χαλκιδικής, η χρήση εμβολιασμένου υλικού μπορεί να αποτελέσει σημαντική ασπίδα απέναντι στο βερτισίλλιο, ειδικά όταν υπάρχουν ενδείξεις παρουσίας του στο χωράφι. Τα σωστά υποκείμενα δεν λειτουργούν απλώς ως βάση στήριξης αλλά διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό τη φυσιολογία και την αντοχή του μελλοντικού δένδρου.
Η επιλογή υποκειμένου: ο καθορισμός της ταυτότητας του νέου ελαιώνα
Τα υποκείμενα που προέρχονται από «δασικές» ελιές ή από σπόρους, παρά την ταχεία ανάπτυξη που ίσως προσφέρουν, δεν θεωρούνται κατάλληλα. Το βασικό μειονέκτημά τους είναι η έλλειψη ομοιομορφίας και η αβεβαιότητα ως προς τις ιδιότητες που θα μεταφέρουν στο τελικό δένδρο. Αντίθετα, τα κλωνικά υποκείμενα διακρίνονται για την ομοιομορφία τους και για το γεγονός ότι οι ιδιότητές τους —όπως η αντοχή, η ανάπτυξη ή η προσαρμοστικότητα— είναι γνωστές και προβλέψιμες. Για έναν παραγωγό που επενδύει σε έναν νέο ελαιώνα, αυτό αποτελεί πολύτιμο πλεονέκτημα.
Η βάση για έναν επιτυχημένο ελαιώνα
Η επιλογή δενδρυλλίων δεν είναι μία απλή αγορά φυτών, αλλά μια διαδικασία που καθορίζει την πορεία του ελαιώνα για πολλές δεκαετίες. Η σωστή αξιολόγηση του φυτωρίου και του διαθέσιμου υλικού —ως προς την ποιότητα, την ταυτοποίηση, την υγιεινή και το κατάλληλο υποκείμενο— θωρακίζει τον παραγωγό απέναντι σε ασθένειες, καθυστερήσεις ανάπτυξης και κακές επενδύσεις. Σε μια εποχή όπου οι απαιτήσεις της ελαιοκαλλιέργειας αυξάνονται και οι συνθήκες παραγωγής γίνονται ολοένα πιο απαιτητικές, η ποιότητα του πολλαπλασιαστικού υλικού αποτελεί το σταθερότερο θεμέλιο ενός επιτυχημένου και ανθεκτικού ελαιώνα.
Πηγή: Γεωργία – Κτηνοτροφία, τεύχος 7/2014, Π. Βαχαμίδης. «Εσπεριδοειδή και Ελιά: Τα κατάλληλα δενδρύλλια για εγκατάσταση δενδρώνα», σελ. 30-2




