Το ζήτημα της αυτάρκειας στο βόειο κρέας επανέρχεται σταθερά στο προσκήνιο, ιδιαίτερα σε περιόδους αυξημένου κόστους και έντονων πιέσεων στην αγορά. Παρά τη σημασία του κλάδου για την αγροτική οικονομία και τη διατροφή, η εγχώρια παραγωγή παραμένει περιορισμένη και δεν καταφέρνει να καλύψει τις ανάγκες της αγοράς. Το πρόβλημα δεν είναι καινούργιο· αυτό που αλλάζει είναι η ένταση με την οποία επηρεάζει πλέον τον παραγωγό, την αλυσίδα του κρέατος και τελικά τον καταναλωτή.
Η πραγματική εικόνα της παραγωγής
Η ελληνική παραγωγή βόειου κρέατος στηρίζεται σε ένα μωσαϊκό εκτροφών, που περιλαμβάνει αυτόχθονες φυλές, καθαρές ξενικές φυλές αλλά και διασταυρωμένα ζώα. Σημαντικό μέρος της προσφοράς προέρχεται από μοσχάρια που εισάγονται ζώντα σε νεαρή ηλικία, παχύνονται στη χώρα και στη συνέχεια οδηγούνται στη σφαγή. Η πρακτική αυτή καλύπτει ένα μεγάλο κομμάτι της αγοράς, χωρίς όμως να ενισχύει ουσιαστικά την εγχώρια αναπαραγωγική βάση. Παράλληλα, μέσα από διασταυρώσεις των τελευταίων δεκαετιών έχουν διαμορφωθεί σύγχρονοι τύποι βοοειδών με κρεοπαραγωγικό προσανατολισμό, οι οποίοι μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση της ποιότητας και της ποσότητας του παραγόμενου κρέατος. Ωστόσο, η αξιοποίησή τους παραμένει περιορισμένη και δεν έχει ακόμη αποτυπωθεί σε ουσιαστική αύξηση της παραγωγής.
Η αναπαραγωγή ως κρίσιμος κρίκος
Ένα από τα πιο αδύναμα σημεία της αλυσίδας είναι η αναπαραγωγή. Η συστηματική παραγωγή μόσχων ελληνικής εκτροφής δεν έχει αναπτυχθεί στον βαθμό που θα μπορούσε, με αποτέλεσμα οι μονάδες πάχυνσης να στρέφονται συχνά σε εισαγόμενα ζώα. Την ίδια στιγμή, οι δυνατότητες που προσφέρει η στοχευμένη αναπαραγωγή, μέσα από ελεγχόμενες διασταυρώσεις και τη χρήση γενετικού υλικού υψηλής αξίας, παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητες.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και ο ρόλος των γαλακτοπαραγωγικών αγελάδων, οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν πηγή ποιοτικών διασταυρωμένων μόσχων για την παραγωγή κρέατος. Πρόκειται για μια πρακτική που εφαρμόζεται διεθνώς, αλλά στη χώρα μας δεν έχει υιοθετηθεί συστηματικά, παρότι θα μπορούσε να ενισχύσει την προσφορά χωρίς μεγάλες δομικές αλλαγές στις εκμεταλλεύσεις.
Υγεία των ζώων και εμπόδια στη διακίνηση
Σημαντικός ανασταλτικός παράγοντας για την ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγής είναι και οι περιορισμοί που προκύπτουν από ζωονόσους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα προβλήματα υγείας των ζώων δημιουργούν εμπόδια στη διακίνηση μεταξύ περιοχών, οδηγώντας αναγκαστικά σε λύσεις εισαγωγών. Το αποτέλεσμα είναι ένας φαύλος κύκλος, όπου η έλλειψη επαρκούς εγχώριας αναπαραγωγής ενισχύει την εξάρτηση από το εξωτερικό. Η πρόληψη, ο έλεγχος και η έγκαιρη αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων δεν αφορούν μόνο την υγειονομική ασφάλεια, αλλά επηρεάζουν άμεσα τη δυνατότητα του παραγωγού να οργανώσει την εκτροφή του και να προγραμματίσει την παραγωγή του.
Ποιότητα, ταξινόμηση και πληροφόρηση του παραγωγού
Ένα ακόμη κρίσιμο σημείο είναι η αξιολόγηση του παραγόμενου κρέατος. Η ουσιαστική εφαρμογή συστημάτων ταξινόμησης των σφαγίων μπορεί να συμβάλει στη διαφοροποίηση της τιμής και να δώσει στον παραγωγό σαφή εικόνα για την απόδοση της εκτροφής του. Όταν η πληροφορία επιστρέφει στον στάβλο, ο παραγωγός μπορεί να βελτιώσει τις επιλογές του, να οργανώσει καλύτερα τη διατροφή και τη γενετική κατεύθυνση των ζώων του και να στοχεύσει σε πιο ανταγωνιστικό προϊόν. Η διαφάνεια και η ιχνηλασιμότητα στην αλυσίδα του κρέατος λειτουργούν επίσης ως προϋπόθεση για ισότιμους όρους ανταγωνισμού και ενισχύουν την εμπιστοσύνη της αγοράς.
Ένα ζήτημα που ξεκινά από τον στάβλο
Το ζήτημα της αυτάρκειας στο βόειο κρέας δεν είναι θεωρητικό. Ξεκινά από τον στάβλο, περνά από την αναπαραγωγή, την υγεία των ζώων και την οργάνωση της παραγωγής και καταλήγει στο ράφι. Όταν λείπει η σταθερότητα, η συνέπεια και η ουσιαστική αξιοποίηση των υπαρχουσών δυνατοτήτων, η εγχώρια παραγωγή δυσκολεύεται να καλύψει το χαμένο έδαφος.
Είναι σαφές ότι η ενίσχυση της παραγωγής δεν εξαρτάται από μία μόνο παρέμβαση. Απαιτεί μια συνολική προσέγγιση που δίνει στον παραγωγό ρόλο και προοπτική, προσθέτει αξία στο προϊόν και δημιουργεί συνθήκες ώστε ο κλάδος να εξελίσσεται με ρεαλισμό, χωρίς υπερβολές και χωρίς εύκολες υποσχέσεις.
Πηγή: Γεωργία – Κτηνοτροφία, τεύχος 13/2017, «Τι πρέπει να γίνει για… αύξηση της αυτάρκειας σε βόειο κρέας», σελ. 30–32