Ο Αθανάσιος Γελασάκης (Dr Vet Med, MPH, PhD, Dipl. ECSRHM) είναι αναπληρωτής καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών με γνωστικό αντικείμενο «Νοσήματα Παραγωγικών Ζώων».
Σε άρθρο του στον ΑγροΤύπο αναφέρεται στην ευλογιά και τον εμβολιασμό των προβάτων.
Όπως τονίζει η συζήτηση για τον εμβολιασμό κατά της ευλογιάς των προβάτων έχει οδηγήσει σε μία αντιπαράθεση η οποία τείνει να αποπροσανατολίσει από το σημαντικότερο διακύβευμα. Αυτό δεν είναι αν ο εμβολιασμός θα είναι αποτελεσματικός για τη διαχείριση του νοσήματος, κάτι για το οποίο δικαίως διατυπώνονται επιφυλάξεις, αλλά οι μη αναστρέψιμες συνέπειες που θα έχει η αυτόματη κήρυξη της χώρας σε ενδημικό καθεστώς αμέσως μετά την εφαρμογή του. Επίσης, η πιθανότητα να παραμείνει η χώρα σε αυτό το καθεστώς για πολλά χρόνια, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τη ζωική παραγωγή και τα προϊόντα της στη χώρα μας.
Στο παρελθόν έχει εφαρμοστεί στοχευμένος εμβολιασμός κατά της ευλογιάς, συμπληρωματικά με την εκρίζωση του νοσήματος. Όμως, αυτός περιορίστηκε σε έναν νομό της χώρας, τον οποίο και έθεσε σε ενδημικό καθεστώς για μεγάλο διάστημα (Έβρος, 1988). Έκτοτε, δεν έχει χρησιμοποιηθεί ξανά εμβόλιο κατά της ευλογιάς στη χώρα μας. Σήμερα, η απόφαση για την εφαρμογή εμβολιασμού δεν είναι εύκολη, και σε κάθε περίπτωση πρέπει να προηγηθεί μία εκτεταμένη ενεργητική επιτήρηση για την καταγραφή της πραγματικής επιδημιολογικής εικόνας του νοσήματος, πριν αξιολογηθεί ως πιθανότητα. Δυστυχώς, όσο καθυστερεί αυτή η καταγραφή, η επιστημονικά τεκμηριωμένη απόφαση για την εφαρμογή ή όχι εμβολιασμού και για τον τρόπο εφαρμογής του (σε εθνικό ή σε τοπικό επίπεδο) δεν είναι εφικτή.
Σε κάθε περίπτωση, ο εμβολιασμός που ενδεχομένως προταθεί θα γίνει κατά παρέκκλιση με κάποιο από τα ζωντανά, ελαττωμένης λοιμογόνου δύναμης εμβόλια. Τα εμβόλια αυτά δεν έχουν έγκριση κυκλοφορίας στην Ε.Ε., και επομένως πρέπει να προηγηθεί η διαδικασία αδειοδότησής τους, για την οποία δεν είναι βέβαιο ότι τα δεδομένα των διαθέσιμων κλινικών δοκιμών αρκούν. Ο εμβολιασμός αυτός θα θέσει τη χώρα αυτόματα σε ενδημικό καθεστώς, αφού θα είναι αδύνατο να γίνει εργαστηριακή διαφοροποίηση των εμβολιασμένων από τα μολυσμένα ζώα. Αυτό συμβαίνει γιατί δεν μπορεί να γίνει διάκριση των αντισωμάτων που παράγονται ως αποτέλεσμα της ανοσοποίησης από το εμβόλιο, από εκείνα που παράγονται ως αποτέλεσμα της ανοσολογικής αντίδρασης του οργανισμού στη φυσική μόλυνση από τον ιό.
Παράλληλα, εγείρονται ερωτήματα σχετικά με:
- Τη μεσο- μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα των διαθέσιμων εμβολίων, τη διάρκεια προστασίας που παρέχουν και επομένως τα πρωτόκολλα εφαρμογής τους (π.χ. επαναληπτικός εμβολιασμός σε ετήσια βάση).
- Τη διαθεσιμότητά τους για την άμεση διάθεση εκατομμυρίων δόσεων για την επίτευξη ικανοποιητικής ανοσίας στον πληθυσμό.
- Τη δυνατότητα άμεσης, συστηματικής, και μαζικής εφαρμογής τους, πιθανότατα σε διπλή εμβολιαστική εκστρατεία κατά τη διάρκεια του έτους, ώστε να καλυφθούν τόσο τα ενήλικα πρόβατα όσο και τα αρνιά αντικατάστασης ηλικίας άνω των 3 μηνών.
- Την πιθανότητα διασποράς του εμβολιακού στελέχους του ιού στον πληθυσμό και του ανασυνδυασμού του με φυσικά στελέχη.
- Τα χρόνια που θα απαιτηθούν ώστε η χώρα να επιστρέψει σε καθεστώς απαλλαγμένο από την ευλογιά, εφόσον φυσικά το πετύχει. Αυτό δεν είναι εύκολο. Η χώρα μας δεν το έχει πετύχει, τα τελευταία περίπου 50 χρόνια, με το μελιταίο πυρετό, ένα άλλο σημαντικό νόσημα που είναι μάλιστα ιδιαίτερης σημασίας για τη Δημόσια Υγεία. Για το μελιταίο πυρετό εφαρμόζεται εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού, όπου εμβολιάζονται κάθε χρόνο όλα τα ζώα αντικατάστασης, ενώ η ενδημικότητα της χώρας στο νόσημα αυτό αποτελεί και τη βασική αιτία για την οποία η χώρα μας δεν μπορεί να παράγει γαλακτοκομικά από μη παστεριωμένο γάλα και να εξάγει γεννήτορες στο εξωτερικό.
Στα παραπάνω ερωτήματα πρέπει να συνυπολογιστεί ότι στις ενδημικές χώρες όπου εφαρμόζεται εμβολιασμός κατά της ευλογιάς εξακολουθούν να υπάρχουν φυσικές μολύνσεις, επιδημικές εξάρσεις του νοσήματος, και θάνατοι ζώων από το νόσημα. Άλλωστε, είναι χαρακτηριστικό ότι και αυτή τη φορά, όπως σε άλλες περιπτώσεις κατά το παρελθόν, η ευλογιά πιθανότατα ήρθε στη χώρα μας από την Τουρκία, μία χώρα που εφαρμόζει για αρκετά χρόνια εμβολιασμό κατά της ευλογιάς.
Οι άξονες για τη διαχείριση του νοσήματος είναι:
1. Πρώιμη και αξιόπιστη διάγνωση των μολυσμένων ζώων και εκτροφών για την υποστήριξη μίας ευρείας ενεργητικής επιτήρησης. Οι ζώνες προστασίας και επιτήρησης που σχεδιάζονται γύρω από τα επιβεβαιωμένα κρούσματα πλέον δεν αρκούν. Η επιτήρηση πρέπει να επεκταθεί στο χώρο και στο χρόνο, σε επίπεδο ολόκληρων περιφερειών. Είναι ένα δύσκολο και απαιτητικό εγχείρημα, αλλά απαραίτητο σε αυτή τη φάση της επιζωοτίας. Ιδιαίτερη προσοχή και εγρήγορση πρέπει να επιδείξουν και οι περιφέρειες που δεν έχουν κρούσματα, ώστε να διατηρήσουν το «ελεύθερο ευλογιάς» καθεστώς. Η μη παρουσία κρουσμάτων σε αυτές προσφέρει τον απαραίτητο χρόνο και τη δυνατότητα καλύτερης διαχείρισης των διαθέσιμων πόρων για επιτήρηση, που πλέον δεν έχουν οι περιφέρειες με μεγάλο αριθμό κρουσμάτων.
2. Εφαρμογή των πρωτοκόλλων βιοασφάλειας από το σύνολο των εμπλεκόμενων στις αλυσίδες αξίας των προϊόντων που παράγονται από πρόβατα, και εντατικός έλεγχος της εφαρμογής τους.
3. Εκρίζωση του νοσήματος, με άμεση θανάτωση και ορθή υγειονομική ταφή των ζώων. Εκτός από την ευρεία διασπορά που συνεπάγονται οι καθυστερήσεις, τα υγειονομικά ζητήματα που εγείρονται από πιθανή ακατάλληλη ταφή των ζώων είναι τεράστια.
4. Εφόσον κριθεί σκόπιμο, και έπειτα από την εκτεταμένη χωρο-χρονική επιδημιολογική διερεύνηση της διασποράς του νοσήματος, τεκμηριωμένη και στοχευμένη εφαρμογή εμβολιασμού σε ζώνες που θα κηρυχθούν ενδημικές. Στις ζώνες αυτές πρέπει να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να αποφευχθεί η περαιτέρω διασπορά του φυσικού ή του εμβολιακού ιού, σε περιοχές ελεύθερες του νοσήματος.