Αναφορά στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ έκανε, σήμερα Τρίτη, 16 Δεκεμβρίου, σε δηλώσεις του ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης.
Όπως τόνισε «αυτό το οποίο γίνεται στον ΟΠΕΚΕΠΕ ουσιαστικά είναι μια από τις, θα έλεγα, τελευταίες μάχες που δίνουμε με την παλιά Ελλάδα». Και πρόσθεσε: «Εγώ θα αναλάβω πλήρως τις ευθύνες μου για το γεγονός ότι δεν μπορέσαμε να κάνουμε αυτή τη μεταρρύθμιση νωρίτερα, παρότι το θέλαμε ... κάθε φορά που προσπαθούσαμε βρισκόμασταν αντιμέτωποι με τον κίνδυνο να μην γίνουν πληρωμές. Αυτό το οποίο ζούμε τώρα. Και μπορεί να κάναμε ένα βήμα πίσω. Μπρος στον κίνδυνο να μην πληρωθούν καθόλου οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι, να κάναμε ένα βήμα πίσω».
Στην συνέχεια κάνοντας την αυτοκριτική του ανέφερε ότι «έπρεπε να ήμασταν πολύ πιο τολμηροί κι αυτό το οποίο κάνουμε τώρα να το είχαμε κάνει νωρίτερα. Είναι μια αυτοκριτική που την κάνω με πλήρη συναίσθηση της δυσκολίας του εγχειρήματος. Διότι βλέπεις τι γίνεται αυτή τη στιγμή, πάμε να κάνουμε μια αλλαγή εν κινήσει, έχουμε κάποιες καθυστερήσεις στις πληρωμές, παρά ταύτα γίνονται οι πληρωμές, αλλά γίνονται πια με πολύ μεγαλύτερη διαφάνεια. Και του χρόνου μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι θα πληρώνεσαι με βάση τα πραγματικά στρέμματα τα οποία έχεις, όχι με βάση εικονικά συμβόλαια, τα οποία μπορεί να εμφανίζουν αγροτικές εκτάσεις τις οποίες δεν κατέχεις. Και θα πληρώνεσαι για τα ζώα τα οποία πραγματικά έχεις και όχι για ζώα τα οποία μπορεί να εμφανίζονται να βόσκουν από τα νησιά στην ηπειρωτική Ελλάδα».
Πάντως ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στην ανάγκη για ένα νέο σχεδιασμό του πρωτογενούς τομέα (είχαμε κάνει αντίστοιχη αναφορά σε ρεπορτάζ του ΑγροΤύπου). Όπως είπε «η ατζέντα της επόμενης τετραετίας: η πλήρης ανασυγκρότηση του πρωτογενούς τομέα, στον οποίο γίνονται πολλά καλά πράγματα. Δεν πρέπει να τα ισοπεδώνουμε όλα. Η Ελλάδα εξάγει σήμερα 8 δισεκατομμύρια ευρώ αγροτικά προϊόντα. Αυτά κάποιος τα παράγει και έχουμε πολλές δυναμικές και ανταγωνιστικές καλλιέργειες. Αλλά θα μπορούσαμε να εξάγουμε τα διπλάσια. Άρα, αυτό το νέο συμβόλαιο με τον πρωτογενή τομέα, για το οποίο έχουμε κάνει παρεμβάσεις αλλά δεν το έχουμε δει το θέμα, θα έλεγα, με την αίσθηση του κατεπείγοντος που επιβάλλεται, θα σου έλεγα ότι θα ήταν μια ατζέντα όπου μακάρι να μπορούσαμε να διαμορφώσουμε και ευρύτερες συναινέσεις».
Επιτροπή στη Βουλή για χάραξη αγροτικής πολιτικής
Επίσης ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε την σύσταση Επιτροπής στην Βουλή με στόχο την πλήρη αναδιάρθρωση του πρωτογενούς τομέα. Συγκεκριμένα ανέφερε ότι «είναι πρόθεσή μου και θα το εξαγγείλω και στη Βουλή, ας δημιουργήσουμε άμεσα μια επιτροπή στη Βουλή, όλα τα κόμματα, με διακομματικό προεδρείο, να καθίσουμε, να φωνάξουμε ειδικούς και να καταλήξουμε: μπορούμε επιτέλους μέσα σε τρεις, έξι μήνες να καταλήξουμε σε ένα σχέδιο το οποίο θα έχει μια ευρύτερη συναίνεση για την πλήρη αναδιάρθρωση του πρωτογενούς τομέα. Θα μου πεις τώρα, περιμένεις από τη Βουλή να κάνει κάτι τέτοιο; Ναι».
Και πρόσθεσε: «Θέλουμε να στηρίξουμε τις οργανώσεις παραγωγών για να έχουν, το λέω με όρους επιχειρηματικότητας, μια κρίσιμη μάζα, οικονομίες κλίμακος για να μπορούν πραγματικά να είναι ανταγωνιστικοί. Να το πω αλλιώς: η Ελλάδα κουβαλάει τη «ρετσινιά» των παλιών συνεταιρισμών, οι οποίοι ήταν σε μεγάλο βαθμό «μηχανές» δανεικών και αγύριστων. Αυτή είναι η αλήθεια. Τώρα πάμε σε ένα νέο μοντέλο συνεταιρισμών. Πρέπει να επιμορφώσουμε τους αγρότες μας. Πρέπει να κάνουμε χρήση της τεχνολογίας. Πρέπει να αυξήσουμε την παραγωγικότητα. «Τρέξαμε» πρόσφατα, και είχε καλή ανταπόκριση, ένα πρόγραμμα για θερμοκήπια. Είπαμε στους αγρότες μας: «εκσυγχρονίστε ή κατασκευάστε καινούργια θερμοκήπια». Μα, άμα δεις την απόδοση μιας θερμοκηπιακής καλλιέργειας σε σχέση με μια κανονική καλλιέργεια, είναι μέρα με τη νύχτα.
Άρα, ξέρουμε πού θέλουμε να πάμε. Έχουμε σημαντικούς ευρωπαϊκούς πόρους ακόμα να στηρίξουμε αυτή την προσπάθεια, αλλά πρέπει να τους κατανείμουμε με τρόπο δίκαιο. Πρέπει να στηρίζουμε τους νέους αγρότες μας. Εγώ ακούω συχνά νέους αγρότες οι οποίοι είχαν λαμβάνειν από το κράτος και τελικά δεν λάμβαναν αυτά τα οποία έπρεπε.
Την κτηνοτροφία μας. Η κτηνοτροφία μας σήμερα αντιμετωπίζει μια πολύ μεγάλη κρίση λόγω της ευλογιάς. Δώσαμε αρκετά χρήματα στους κτηνοτρόφους μας και για να αγοράσουν καινούργια ζώα αλλά και για να μπορούμε να τους στηρίξουμε για το εισόδημα το οποίο θα χάσουν. Αλλά πώς θα είναι οι καινούργιες αυτές οι εγκαταστάσεις; Θα κάνουμε πάλι τα λάθη του παρελθόντος; Πώς θα οικοδομήσουμε μια κτηνοτροφία η οποία θα υποστηρίξει εμβληματικά προϊόντα, όπως είναι η φέτα, με τρόπο ο οποίος θα είναι ανταγωνιστικός;
Όλα αυτά, στο δικό μου το μυαλό, είναι αρκετά καθαρά. Αλλά αν δεν τελειώσουμε τη μεγάλη μεταρρύθμιση του ΟΠΕΚΕΠΕ, τίποτα από όλα αυτά δεν μπορεί να γίνει, διότι θα χτίζουμε ουσιαστικά παλάτια στην άμμο».
Διαφάνεια στις πληρωμές από το 2026
Στην συνέχεια ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στις πληρωμές αγροτικών επιδοτήσεων και τόνισε: «Εγώ μπορώ να δεσμευτώ ότι οι πληρωμές του 2026 - το 2025 πάμε σε ένα υβριδικό σύστημα, μεταβατικό -, οι πληρωμές του 2026 θα γίνουν με απόλυτη διαφάνεια και με τη σφραγίδα ποιότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και να γνωρίζουν οι παραγωγοί ότι επειδή θα περισσέψουν χρήματα, διότι θα εξοικονομήσουμε χρήματα από αυτούς οι οποίοι δεν τα δικαιούνται, ότι αυτά τα χρήματα θα ανακατανεμηθούν στους πραγματικούς παραγωγούς, στους πραγματικούς γεωργούς, στους πραγματικούς κτηνοτρόφους. Θα πάρουν τελικά περισσότερα χρήματα αυτοί από ό,τι έπαιρναν».
Κάλεσμα στους αγρότες για διάλογο
Αναφερόμενος στο διάλογο με τους αγρότες, ο πρωθυπουργός είπε ότι «φέτος είχαμε πολύ χαμηλές τιμές στο σκληρό σιτάρι και στο βαμβάκι. Ξέρουμε ότι έχουμε ένα πρόβλημα με την κτηνοτροφία μας. Θέλουμε να εξασφαλίσουμε ότι οι αγρότες μας θα έχουν πρόσβαση σε χαμηλές τιμές ρεύματος και ενδεχομένως πέραν της διετίας την οποία είχαμε εξασφαλίσει πριν από δύο χρόνια. Ξέρουμε ότι σε δομικό επίπεδο το ζήτημα του αρδευτικού νερού πρέπει να αντιμετωπιστεί με τρόπο διαρθρωτικό».
Στην συνέχεια ο πρωθυπουργός κάλεσε τους αγρότες σε διάλογο και τόνισε ότι «οι λύσεις της κινητοποίησης έρχονται μέσα από τον διάλογο και - επιτρέψτε μου να το πω - μέσα από μια κατανόηση και από πλευράς αγροτών ότι δεν μπορεί να ταλαιπωρείται μια ολόκληρη κοινωνία, ειδικά σε μια εποχή κοντά στα Χριστούγεννα όπου η αγορά πρέπει να κινηθεί».