Η καλλιέργεια του μαρουλιού στην Ελλάδα παραμένει ιδιαίτερα αγαπητή στο καταναλωτικό κοινό, αλλά και απαιτεί συνεχή φροντίδα από τον παραγωγό. Στον Πύργο της Ηλείας και στο Κιβέρι της Αργολίδας, δύο άνθρωποι της γης περιγράφουν στον ΑγροΤύπο δύο διαφορετικούς δρόμους – ο ένας στη συμβατική και η άλλη στη βιολογική καλλιέργεια – που συναντιούνται στην ίδια σταθερή αρχή: συνέπεια, πρόληψη και αγάπη για το χωράφι.
Μαρούλι όλο τον χρόνο στον Πύργο – Ο κύκλος που δεν σταματά ποτέ
Στον Πύργο της Ηλείας, το μαρούλι δεν γνωρίζει εποχή. Ο Γεώργιος Δασκαλόπουλος, παραγωγός με τριάντα χρόνια εμπειρίας, καλλιεργεί δώδεκα μήνες τον χρόνο — ρωμάνες, λόλες πράσινες και κόκκινες, αλλά και iceberg τον χειμώνα. Αυτή την περίοδο, η αγορά παρουσιάζει έλλειψη προϊόντος, με τη ζήτηση να υπερβαίνει την προσφορά. Ο ίδιος διατηρεί έναν αδιάκοπο ρυθμό: κάθε εβδομάδα σπέρνει και φυτεύει για να υπάρχει συνέχεια, καθώς το μαρούλι έχει μικρό κύκλο· το καλοκαίρι ωριμάζει σε τριάντα ημέρες, ενώ τον χειμώνα χρειάζεται έως και εβδομήντα. Η καλλιέργεια είναι συνεχής, αλλά ο καιρός παραμένει ο μεγαλύτερος αντίπαλος. Ο παραγωγός εξηγεί πως, όντας ξεσκέπαστοι, δέχονται όλο το κύμα κακοκαιρίας από το Ιόνιο — βροχές, αέρα, χαλάζι. Αν και διαθέτει θερμοκήπια, επιλέγει να φυτεύει και υπαίθρια, σε «μαλακά, στραγγερά» χωράφια που αντέχουν στα πολλά χιλιοστά βροχής.
Με την υγρασία του χειμώνα, αυξάνονται οι μυκητολογικές πιέσεις. Ο ίδιος επιμένει στην πρόληψη: ραντίσματα με απλά σκευάσματα όποτε έχει ήλιο, ώστε να αποφεύγονται υπολείμματα και χημικές επεμβάσεις. Όπως λέει, «πρέπει να έχουμε συνείδηση ως παραγωγοί». Η παραγωγή είναι σχεδόν πλήρως μηχανοποιημένη, εκτός από τη συγκομιδή, την οποία προτιμά να κάνει στο χέρι, «γιατί δεν είναι πάντα όλα τα μαρούλια έτοιμα». Για τον κ. Δασκαλόπουλο, το μαρούλι είναι μια ευέλικτη καλλιέργεια: ακόμη κι αν κάτι πάει στραβά, μέσα σε 30–40 ημέρες μπορεί να ξαναφυτευτεί, χωρίς να χαθεί η χρονιά. Η καθαρή τιμή για τον παραγωγό κυμαίνεται γύρω στα 0,30 ευρώ το τεμάχιο, όμως, όπως σημειώνει, το πρόβλημα δεν είναι οικονομικό, αλλά «ποιος θα καλλιεργήσει». Στην περιοχή, λίγοι νέοι στρέφονται πια στη γη.
Όσον αφορά τη λίπανση, θεωρεί ότι τα εδάφη έχουν εξαντληθεί και χρειάζονται καλή βασική λίπανση, κατά προτίμηση οργανική, ώστε να εμπλουτίζεται η οργανική ουσία που χάνεται με τα χρόνια. «Τον χειμώνα, οι βροχές ξεπλένουν το άζωτο, οπότε ίσως χρειάζεται ενίσχυση στο πότισμα», αναφέρει. Παρά τις δυσκολίες, παραμένει σταθερός: «Σπέρνουμε, φυτεύουμε, κόβουμε, και πάλι από την αρχή. Το μαρούλι είναι στο τραπέζι του Έλληνα – κι όσο το καλλιεργούμε, θα συνεχίσει να υπάρχει εκεί.»
Στο Κιβέρι, το βιολογικό μαρούλι θέλει καθαρό έδαφος και υπομονή
Στην ανατολική Πελοπόννησο, η κα. Δήμητρα Τσακίρη, πρόεδρος του Φορέα Βιολογικών Αγρών Αττικής, καλλιεργεί βιολογικό μαρούλι σε υπαίθρια χωράφια του Κιβερίου. «Έχω ήδη κόψει την πρώτη παρτίδα, περίπου πέντε χιλιάδες φυτά, και σε δέκα ημέρες θα μπω στη δεύτερη συγκομιδή. Η πρώτη σπάρθηκε 20 Σεπτεμβρίου, η δεύτερη 1 Οκτωβρίου και η τρίτη 25 Οκτωβρίου. Θα κάνω άλλη μια φύτευση μέσα Νοεμβρίου και θα ξαναξεκινήσω τον Γενάρη.» Το βιολογικό μαρούλι, όπως εξηγεί, αναπτύσσεται ιδανικά σε ήπιες θερμοκρασίες, με κύκλο 28–30 ημερών, που αυξάνεται αν πέσουν οι θερμοκρασίες. «Με τις βροχές εφαρμόζουμε προληπτικά Bacillus thuringiensis, γιατί τότε εμφανίζονται οι κάμπιες.»
Για τη Δήμητρα Τσακίρη, βιολογικό προϊόν σημαίνει καθαρό έδαφος και μηδενική χημική παρέμβαση. «Δεν χρησιμοποιούμε φάρμακα ή λιπάσματα· αν χρειαστεί, εφαρμόζουμε compost. Από το 2004, όταν πήρα την πρώτη μου πιστοποίηση, έχω φτάσει στα 120 στρέμματα αποκλειστικά βιολογικών καλλιεργειών.» Η διαδικασία πιστοποίησης, όπως λέει, απαιτεί τρία χρόνια: «Ο πρώτος χρόνος είναι ένταξης, ο δεύτερος μεταβατικός και τον τρίτο πουλάς ως βιολογικό.» Ωστόσο, δεν λείπουν οι στρεβλώσεις. «Κάποιοι μπήκαν στα χαρτιά, χωρίς να καλλιεργούν πραγματικά βιολογικά.»
Η καλλιέργεια απαιτεί συνεχή παρουσία και υψηλό κόστος. «Δεν επιτρέπονται ζιζανιοκτόνα, οπότε κάθε λίγες ημέρες χρειάζεται εργάτης για ξεβοτάνισμα. Παρότι έχουμε τον Ανάβαλο, το μαρούλι απαιτεί πολύ νερό.» Επιπλέον, οι έντονες βροχές, το χαλάζι και τα αγριογούρουνα προκαλούν ζημιές και ανάγκη για περιφράξεις. Στην αγορά, το βιολογικό μαρούλι πωλείται 1 ευρώ το τεμάχιο στη λιανική και 0,40–0,50 στη χονδρική. «Είμαστε λίγοι βιοκαλλιεργητές και πολλοί εγκαταλείπουν λόγω κόστους», σημειώνει.
Το πράσινο που δεν σταματά να φυτρώνει
Από τον Πύργο ως το Κιβέρι, δύο παραγωγοί μιλούν για ένα προϊόν που δοκιμάζεται από τον καιρό, το κόστος και την έλλειψη νέων στη γη. Διαφορετικές μέθοδοι, ίδια προσήλωση. Το μαρούλι της Πελοποννήσου, συμβατικό ή βιολογικό, καλλιεργείται με συνέπεια και πίστη στη γη.